Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:
Η έρευνα επικεντρώνεται αφενός στις αυτό-θεραπευτικές προσπάθειες του υποκειμένου και αφετέρου στον διπλό ρόλο του αναλυτή, μέσα στις συνεδρίες με το ψυχωτικό έφηβο υποκείμενο και μέσα στα πλαίσια της Ομάδας των παρεμβαινόντων σε ψυχιατρικές δομές, όπως αυτές των ξενώνων, όπου αυτοί φιλοξενούνται. Όταν υπάρχει ριζική έλλειψη της πατρικής μεταφοράς, το υποκείμενο παραμένει αντιμέτωπο με την επιθυμία της μητέρας. Η δομή του είναι ψυχωτική. Ο ψυχωτικός έφηβος ως υποκείμενο τοποθετείται απέναντι σε αυτή την αινιγματική επιθυμία του μητρικού Άλλου και προσπαθεί συνεχώς να του προσφέρει μια «απόλαυση» χωρίς όρια. Όλα τα ψυχωτικά υποκείμενα προσπαθούν να αμυνθούν απέναντι σε αυτήν την απόλαυση και να δομήσουν κάτι που θα έχει για αυτούς αυτό-θεραπευτική αξία. Πρώτος ο Freud θεωρεί ότι το παραλήρημα σαν κατασκευή είναι μια επινόηση του ψυχωτικού υποκειμένου για να κατορθώσει να βγει από το αδιέξοδο. Το θεωρεί ως μια προσπάθεια αυτό-θεραπείας. Ο Lacan αναφέρει το παράδειγμα των επιτυχημένων προσπαθειών του Ιρλανδού συγγραφέα Joyce, ο οποίος κατάφερε να μην εκλυθεί η ψύχωση του μέσα από την «αναπληρωματική» λειτουργία του συγγραφικού του έργου, η οποία στην προκειμένη περίπτωση επιδιορθώνει το δομικό ελάττωμα και του δίνει μια ταυτότητα. Η «δομή» των εφήβων οι οποίοι φιλοξενούνται σε ψυχιατρικά πλαίσια όπως αυτά των Ξενώνων, είναι συχνά η ψυχωτική. Οι ψυχωτικοί έφηβοι έχουν δυσκολία στο να ενσωματωθούν στο κοινωνικό πλαίσιο. Βιώνουν υπερβολικά άγχη, αινιγματικά συμπτώματα και το απόλυτο άδειο, έχουν ακραίες συμπεριφορές όπως για παράδειγμα φυγές και «περάσματα στην πράξη». Εξετάζοντας την βιβλιογραφία, διαπιστώνουμε ότι πολλά θεσμικά πλαίσια που υποδέχονται παιδιά και έφηβους ή ενήλικες και αναφέρονται στην ψυχανάλυση - στο εξωτερικό και κάποια στην Ελλάδα- δεν διασφαλίζουν για τον ψυχωτικό έφηβο ένα «τόπο» απαλλαγμένο από απόλαυση ο οποίος θα του έδινε την δυνατότητα να τοποθετηθεί εκεί ως υποκείμενο. Διαπιστώνεται επίσης σε κάποιες περιπτώσεις, ότι ο αναλυτής, προσπαθώντας να «κατανοήσει» τον ψυχωτικό έφηβο με «καλοπροαίρετο» τρόπο, τοποθετείται στην θέση του Άλλου ο οποίος απολαμβάνει με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εντοπίσει και να αναδείξει τις αυτό-θεραπευτικές προσπάθειες του ψυχωτικού έφηβου ως υποκειμένου. Η έρευνα αυτή αναδεικνύει ότι ο αναλυτής υποστηριζόμενος από την «επιθυμία» του, την «ηθική» του και την «πράξη» του καλείται να διασφαλίσει την λειτουργία του ως «αναλυτής του υποκειμένου» και όχι ενός αναλυτή του θεσμικού πλαισίου που τον υποδέχεται. Καλείται να στηρίξει, διαφυλάσσοντας ένα «τόπο κενό από απόλαυση», την ανάδειξη του υποκειμένου και των αμυντικών προσπαθειών του. Διαπιστώνεται επίσης ότι οι διάφορες μορφές αναπλήρωσης της ριζικής έλλειψης της πατρικής μεταφοράς, οι προσπάθειες δόμησης, οι ταυτίσεις, οι προσπάθειες σταθεροποίησης, και γενικά οι στρατηγικές που ο κάθε ψυχωτικός έφηβος ως υποκείμενο χρησιμοποιεί, ακολουθούν μια «λογική», ένα «κατευθυντήριο νήμα», το οποίο θα παρέμενε στην αφάνεια χωρίς την παρέμβασή του αναλυτή.
Abstract:
This research focuses on both the subject’s self-healing efforts and on the dual role of the analyst, within the sessions with the psychotic adolescent subject, and within the intervening group of the psychiatric structures, like those of shelters, where the subjects are hosted. When there is a fundamental lack of paternal “metaphor”, the subject remains confronted with the desire of the mother. Its structure is psychotic. The psychotic teenager, as a subject, is placed opposite this enigmatic desire of the maternal Other and constantly strives to offer a “jouissance” without limits. All psychotic subjects try to defend themselves against this “jouissance” and to construct something that will be of self-therapeutic value to them. Freud was the first to consider that the delirium is an invention of the psychotic subject in order to get out of the deadlock. He believes that this is an attempt for self-treatment (healing). Lacan refers to the successful effort of the Irish author Joyce, who managed not to leak his psychosis through the "surrogate" function of his literary work, which in this case fixes the structural defect and gives it an identity. The "structure" of the adolescents who are accommodated in psychiatric guest rooms, is often psychotic. It is difficult for psychotic adolescents to socially integrate themselves. They experience excessive stress, puzzling symptoms and the ultimate void. They also have extreme behaviors such as the escape and the “acting out”. By examining the literature, we can deduce that many institutions which accommodate children and adolescents or adults and engage in psychoanalysis - abroad and some of them in Greece- do not ensure for the psychotic teenager a “place” free of jouissance, which would give the teenager the opportunity to place himself there as a subject. It is also found in some cases that the analyst, whilst trying to "understand" the psychotic adolescent in a “benevolent” way, is placed in the position of the Other who enjoys, and thus is unable to identify and highlight the self-healing efforts of the psychotic teenager as a subject. This research shows that the analyst supported by his/her "desire", "ethics" and "action" is called upon to ensure his function as the "analyst of the subject" and not as an analyst of the institution which welcomes the subject. He is called to support the emergence of the subject and its defense efforts, maintaining a "place empty of jouissance". It is also deduced that the various forms of replenishment of the radical lack of Paternal metaphor, the structural efforts, the identifications, the stabilization efforts, and in general the strategies that every psychotic teenager uses as a subject, follow a "logic", a "guiding line", which would remain in limbo without the intervention of the analyst.
Περιγραφή:
Διατριβή (διδακτορική) - Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Ψυχολογίας, 2013