Διδακτορικές διατριβές
Μόνιμο URI για αυτήν τη συλλογήhttps://pandemos.panteion.gr/handle/123456789/31
Περιήγηση
Πρόσφατες Υποβολές
Τεκμήριο Η συμβολή των επενδυτικών κινήτρων στην οικονομική και περιφερειακή ανάπτυξηΠοδηματάς, Ελευθέριος; Δεληθέου, Βασιλική Δ.; Delitheou, Vassiliki; Παπαδασκαλόπουλος, Αθανάσιος Δ., 1952-; Στοφόρος, Χρυσόστομος Ε.; STOFOROS, CHRYSOSTOMOS; Economic and Regional Development (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2025)Η διατριβή μελετά τη συμβολή των επενδυτικών κινήτρων στην οικονομική και περιφερειακή ανάπτυξη στην Ελλάδα, επικεντρώνοντας στις περιφερειακές ανισότητες και τα αποτελέσματα των δημόσιων πολιτικών. Το ερευνητικό ερώτημα στοχεύει να κατανοήσει πώς τα εθνικά και ευρωπαϊκά κίνητρα ενισχύουν την τοπική επιχειρηματικότητα και οδηγούν σε οικονομική ανάπτυξη, ιδιαίτερα σε περιόδους οικονομικής αβεβαιότητας και ανασύνταξης, όπως η κρίση που διήλθε η ελληνική οικονομία. Η μεθοδολογία περιλαμβάνει την ανάλυση δεδομένων από το ΕΣΠΑ και εθνικούς νόμους, εστιάζοντας στις περιφερειακές διαφορές των επενδύσεων και στη διαχρονική επίδραση των μέτρων αυτών. Τα εργαλεία ανάλυσης περιλαμβάνουν την εξέταση του τρόπου διάθεσης των ευρωπαϊκών και κρατικών πόρων στις περιφέρειες και την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς τους μέσω ποιοτικών και ποσοτικών δεικτών. Τα αποτελέσματα αναδεικνύουν ότι τα αναπτυξιακά κίνητρα συνέβαλαν σημαντικά στη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και στην προώθηση της καινοτομίας, αλλά παρουσίασαν διαφορετικά επίπεδα αποτελεσματικότητας ανά περιφέρεια. Οι περιφέρειες με καλύτερη πρόσβαση σε επενδυτικούς πόρους επέδειξαν ισχυρότερη οικονομική ανάπτυξη, ενώ οι απομακρυσμένες περιοχές επωφελήθηκαν λιγότερο, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα υπάρχοντα κίνητρα πρέπει να αναπροσαρμοστούν για να ενισχύσουν περισσότερο τις περιφερειακές οικονομίες. Οι επιπτώσεις στην αγορά εργασίας ήταν επίσης θετικές, με αύξηση της απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο, ειδικά σε τομείς που σχετίζονται με την έρευνα και ανάπτυξη, ενώ παρατηρήθηκαν βελτιώσεις και στη διασύνδεση των τοπικών οικονομιών με τις ευρωπαϊκές αγορές. Τα συμπεράσματα υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα για στοχευμένες επενδύσεις, ιδιαίτερα σε απομακρυσμένες και αγροτικές περιφέρειες, καθώς και την ανάγκη για καλύτερο συντονισμό μεταξύ εθνικών και ευρωπαϊκών πολιτικών. Προτείνεται, τέλος, η συνέχιση των επενδυτικών μέτρων σε συνδυασμό με στρατηγικές ενίσχυσης των υποδομών και της βιώσιμης ανάπτυξης, προκειμένου να βελτιωθούν τα αποτελέσματα και να περιοριστούν οι ανισότητες.Τεκμήριο Developing impact assessment methodologies for collaborative workspaces in rural and peripheral areasMarmo, Lorenzo; Αυδίκος, Βασίλης; Avdikos, Vasilis; Ροβολής, Αντώνης; Rovolis, Antonios; Μιμής, Άγγελος; Mimis, Angelos; Economic and Regional Development (2025)Η παρούσα έρευνα αποσκοπεί στην παροχή μιας μεθοδολογίας εκτίμησης των επιπτώσεων για την κατανόηση των πιθανών επιπτώσεων των χώρων συνεργατικής εργασίας (CWS) στους χρήστες τους και στις ευρύτερες κοινότητες. Ειδικότερα, σύμφωνα με τον ορισμό της αστικότητας και της αγροτικότητας που παρέχει η Eurostat, η έρευνα αυτή αναδεικνύει τις διαφορές μεταξύ των CWS που βρίσκονται σε αστικές περιοχές και εκείνων που βρίσκονται σε πιο περιφερειακές και αγροτικές περιοχές. Το πλαίσιο εκτίμησης επιπτώσεων βασίζεται σε δύο κοινές μεθοδολογίες εκτίμησης επιπτώσεων: τη θεωρία της αλλαγής και την πολυδιάστατη προσέγγιση. Προτείνει διάφορους δείκτες εισροών, εκροών και αποτελεσμάτων που αποσκοπούν στο να λάβουν υπόψη τους πόρους που είναι διαθέσιμοι για τα CWS (εισροές) και στη συνέχεια να καταγράψουν τις αλλαγές και τα αποτελέσματα των CWS (εκροές). Επιπλέον, η παρούσα έρευνα παρουσιάζει τη γεωγραφία των CWS στην Ευρώπη παρέχοντας το ποσό και την κατανομή των CWS σε 23 ευρωπαϊκές χώρες. Επιπλέον, η έρευνα εξετάζει την προτεινόμενη μεθοδολογία εκτίμησης των επιπτώσεων χρησιμοποιώντας μέρος των δεικτών για τη μέτρηση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων του CWS στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Το πρώτο επικεντρώνεται στο ρόλο των CWS στην παροχή ευκαιριών δικτύωσης και στην προώθηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης μεταξύ των φορέων και των κοινοτήτων γύρω τους, καθώς και στην ενίσχυση της τοπικής πολιτιστικής αξίας των εδαφών τους. Η δεύτερη διάσταση επικεντρώνεται στο ρόλο των CWS στην αναζωογόνηση ανεκμετάλλευτων ή εγκαταλελειμμένων κτιρίων και στην παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας, καθώς και στην εξέταση των προτύπων κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας των CWS. Η μεθοδολογία εφαρμόζει μια οικονομετρική προσέγγιση χρησιμοποιώντας διατομεακά δεδομένα που συλλέχθηκαν μέσω μιας έρευνας που διεξήχθη από τον Μάρτιο έως τον Αύγουστο του 2023 και απευθυνόταν σε διαχειριστές CWS, υπολογίζοντας συνολικά 273 ερωτηθέντες από 34 ευρωπαϊκές χώρες. Η οικονομετρική ανάλυση εφαρμόζει δυαδικά και διατεταγμένα πολυωνυμικά μοντέλα εκτίμησης probit 10, καθώς και πολλαπλά λογαριθμοι γραμμικά μοντέλα εκτίμησης. Όλα τα μοντέλα παλινδρόμησης χρησιμοποιούν το ίδιο σύνολο ανεξάρτητων μεταβλητών, συμπεριλαμβανομένων της τοποθεσίας των CWS, του μεγέθους των CWS, της ποιότητας της επαγγελματικής υποδομής, της στρατηγικής οικονομικής υποστήριξης, του καθεστώτος ιδιοκτησίας, του εργατικού δυναμικού και της κοινωνικής επιμέλειας του χώρου. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι τα CWS που βρίσκονται σε πόλεις είναι πιο πιθανό να αποτελούν μέρος διεθνών δικτύων CWS, να αλληλεπιδρούν με μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις και NGO και να φιλοξενούν καλλιτέχνες, προσφέροντάς τους ιδίως χώρο για τις καλλιτεχνικές εκθέσεις και τις πολιτιστικές εκδηλώσεις τους. Ενώ τα CWS που βρίσκονται εκτός πόλεων έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να συμμετέχουν σε περιφερειακά και εθνικά δίκτυα CWS για να ανταποκριθούν εν μέρει στην έλλειψη πόρων και οικονομικών ευκαιριών που χαρακτηρίζει τις αγροτικές και περιφερειακές περιοχές. Οι μελλοντικές έρευνες θα πρέπει να εξετάζουν την προοπτική των χρηστών και των ευρύτερων κοινοτήτων και όχι μόνο να επικεντρώνονται στους διαχειριστές των CWS. Επιπλέον, θα πρέπει να προσπαθήσει να συλλέξει περισσότερες απαντήσεις από CWS που βρίσκονται σε ενδιάμεσες και αγροτικές περιοχές, ώστε να παράσχει μια πιο διαφοροποιημένη ανάλυση των γεωγραφικών διαφορών, συμπεριλαμβανομένων τριών επιπέδων (πόλεις, κωμοπόλεις και προάστια και αγροτικές περιοχές), αντί της διχοτομημένης ανάλυσης που παρέχεται στην παρούσα έρευνα. Επιπλέον, το θα μπορούσε να προσπαθήσει να συλλέξει δεδομένα πάνελ με το ίδιο σύνολο ερωτηθέντων για να καταγράψει καλύτερα τις επιπτώσεις των CWS στους χρήστες τους και στις ευρύτερες κοινότητες.Τεκμήριο Μακροοικονομικός σχεδιασμός, οικονομικός προγραμματισμός και ο ρόλος του κρατικού παρεμβατισμού στην μεταπολεμική ελληνική οικονομίαΠαπαδόπουλος, Δημήτριος; Δεδουσόπουλος, Απόστολος Α.; Κεραμίδου, Ιωάννα; KERAMIDOU, IOANNA; Ροβολής, Αντώνιος; Rovolis, Antonios; Ψυχάρης, Ιωάννης; Κωστόπουλος, Τρύφωνας Ι.; Καραγάνης, Απόστολος; Καλημέρης, Παναγιώτης; Kalimeris, Panos; Economic and Regional Development (2025)Η διατριβή εξετάζει τη σχέση του οικονομικού σχεδιασμού με την ελληνική μεταπολεμική οικονομία, στη βάση της αναλυτικής μελέτης των οικονομικών προγραμμάτων που επιχειρήθηκε να εφαρμοστούν στην Ελλάδα μετά τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο. Η κατανόηση της σχέσης των ελληνικών οικονομικών προγραμμάτων με αυτό που θεωρητικά ή πρακτικά υπήρξε ο κεντρικός σχεδιασμός στις δυτικές οικονομίες διέρχεται αναγκαστικά μέσα από την εξέταση του οικονομικού προγραμματισμού εκεί που εφαρμόστηκε. Γι’ αυτό εξετάζονται οι θεωρητικές προϋποθέσεις στις οποίες βασίζεται τόσο η λειτουργία του κεντρικού οικονομικού σχεδιασμού γενικά ως αποτέλεσμα της διαμάχης του οικονομικού υπολογισμού όσο και ειδικότερα ο δυτικού τύπου κεντρικός σχεδιασμός όπως εφαρμόστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα στη μεταπολεμική Γαλλία - σχεδιασμός ο οποίος και εξετάζεται ως μελέτη παραδείγματος.Η εργασία αναπτύσσεται σε τρεις ενότητες :Στην πρώτη ενότητα εξετάζονται οι θεωρητικές προϋποθέσεις του κεντρικού οικονομικού σχεδιασμού όπως αυτές αναδείχθηκαν μέσα από τη διαμάχη του οικονομικού ή σοσιαλιστικού υπολογισμού. Μέσα από τη διαμάχη αυτή επιχειρήθηκε να θεμελιωθεί η δυνατότητα ύπαρξης ενός συστήματος κεντρικού οικονομικού σχεδιασμού υπό μια ορισμένη θεωρητική οπτική. Η μελέτη αναλύει τη θεωρητική στάση των βασικών συμμετεχόντων στη διαμάχη αυτή, αναδεικνύοντας τη συμβολή διανοητών, όπως ο Otto Neurath. Στη δεύτερη ενότητα αναλύεται το παράδειγμα του Γαλλικού ενδεικτικού σχεδιασμού με βάση τη συλλογιστική ότι η εις βάθος κατανόηση των ελληνικών οικονομικών προγραμμάτων ενισχύεται με την ανάλυση ενός χαρακτηριστικού παραδείγματος οικονομικού σχεδιασμού στο πλαίσιο των καπιταλιστικών οικονομιών. Πέρα από την περιγραφή της πρακτικής λειτουργίας του και της μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια ύπαρξης του, η ενότητα παρέχει αναζητά την ύπαρξη θεωρητικής θεμελίωσης του Γαλλικού σχεδιασμού και επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα γιατί ο Γαλλικός ενδεικτικός σχεδιασμός απέκτησε μεγαλύτερο βάθος και διάρκεια. Η τρίτη ενότητα διερευνά εάν υπήρξε παρόμοια προσπάθεια συνολικού σχεδιασμού της ελληνικής οικονομίας στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο, αν χαρακτηριζόταν από αντίστοιχες θεωρητικές παραδοχές και αν μπορεί να εντοπιστεί κάποια συνάφεια με ανάλογες πρωτοβουλίες που εκδηλώθηκαν μεταπολεμικά στην Ευρώπη, με ιδιαίτερη αναφορά στον Γαλλικό ενδεικτικό σχεδιασμό. Η ενότητα αυτή θέτει αρχικά το ιστορικό πλαίσιο και αναλύει την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας αμέσως μετά τον πόλεμο, καθώς και τα δομικά χαρακτηριστικά της, τα οποία δεν ήταν μόνο συνέπεια των καταστροφικών επιπτώσεων του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και του ιστορικού της υπόβαθρου και της προηγούμενης πορείας της. Η μεταπολεμική ελληνική οικονομία, διατηρεί τα χαρακτηριστικά της «προ-πολεμικής» ανάπτυξης, τα οποία είχαν σχηματιστεί μέσω διαρθρωτικών συνθηκών και διαδικασιών πολύ πριν την έναρξη του πολέμου. Αναλύεται ο ρόλος της ξένης βοήθειας στους στόχους, στην εκπόνηση και στην προώθηση των ελληνικών οικονομικών προγραμμάτων καθώς και η συσχέτισή τους με το λεγόμενο αναπτυξιακό πρόβλημα.Η εξέταση των ελληνικών μεταπολεμικών προγραμμάτων γίνεται στη βάση τριών περιόδων συγκρότησης τους. Στην περιοδολόγηση αυτή, προστίθεται μια επιπλέον φάση που καλύπτει το διάστημα από το τέλος της κατοχικής περιόδου έως τη σύνταξη του πρώτου στοιχειώδους προγράμματος. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, διενεργούνται διάφορες μελέτες που οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για τη μετέπειτα διαμόρφωση των οικονομικών στρατηγικών. Πέρα από το περιεχόμενο των οικονομικών προγραμμάτων, εξετάζεται ο τρόπος οργάνωσης των μηχανισμών και η μεθοδολογία εκπόνησής τους. Τέλος στην ενότητα αυτή αναζητούνται οι θεωρητικές βάσεις πίσω από την εκπόνηση αυτών των προγραμμάτων και της γενικότερης αναπτυξιακής στρατηγικής της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό, αναλύονται οι θεωρητικές και πολιτικές προσεγγίσεις της εποχής, όπως οι απόψεις του λεγόμενου «κύκλου του Δημοκρατικού σχεδιασμού», του Ξενοφώντος Ζολώτα, του Άγγελου Αγγελόπουλου, του περιοδικού Νέα Οικονομία, καθώς και του Ιωάννη Ζίγδη.Τεκμήριο Διερεύνηση του ρόλου των αγροτικών συνεργατικών χώρων εργασίας στις διαδικασίες κοινωνικής καινοτομίας: Μια σύγκριση μεταξύ Αυστρίας και ΕλλάδαςStockdale, Colm; Αυδίκος, Βασίλης; Avdikos, Vasilis; Ροβολής, Αντώνης; Rovolis, Antonios; Κυβέλου-Χιωτίνη, Στέλλα-Σοφία; Kyvelou-Chiotini, Stella Sofia; Σκαμνάκης, Χριστόφορος; Skamnakis, Christoforos; Κουτρολίκου, Παναγιώτα; Koutrolikou, Panagiota Penny; Χωριανόπουλος, Ιωάννης; Καλογερέσης, Αθανάσιος; Kalogeresis, Athanasios; Economic and Regional Development (2025)Η παρούσα διατριβή επιχειρεί να προσφέρει ένα καινοτόμο πλαίσιο για την κατανόηση του μετασχηματιστικού δυναμικού των συνεργατικών χώρων εργασίας στην ύπαιθρο, καθώς αυτοί εμπλέκονται σε διαδικασίες κοινωνικής καινοτομίας, αντλώντας από τη μετακαπιταλιστική βιβλιογραφία και τη σκέψη του συναρμολόγησης και μέσω μιας διεθνούς συγκριτικής μελέτης περιπτώσεων μεταξύ της ύπαιθρου της Αυστρίας και της Ελλάδας (μία περίπτωση από κάθε χώρα). Οι μέθοδοι που εφαρμόστηκαν ήταν: ημιδομημένες συνεντεύξεις (N=28), παρατήρηση συμμετεχόντων και ομάδες εστίασης (2). Τα αποτελέσματα της μελέτης καταδεικνύουν ότι οι συνεργατικοί χώροι εργασίας στην ύπαιθρο που διοικούνται από την κοινότητα συμμετέχουν πράγματι σε διαδικασίες κοινωνικής καινοτομίας, αντιμετωπίζοντας κοινωνικές ανάγκες και μεταβάλλοντας τις κοινωνικές σχέσεις. Μεταβάλλουν τις κοινωνικές σχέσεις i) σε ατομικό επίπεδο, συνδέοντας τους ντόπιους με υλικούς και άυλους πόρους που τους επιτρέπουν να (ανα)ανακαλύψουν τη δράση τους και να δημιουργήσουν ουσιαστικές σχέσεις με τον εαυτό τους και τους άλλους, και ii) σε συλλογικό επίπεδο, βοηθώντας στη δημιουργία διαφορετικών ομάδων και διοργανώνοντας εκδηλώσεις και δραστηριότητες με συλλογικό ήθος. Αυτές οι δράσεις έχουν μετασχηματιστικό δυναμικό, καθώς λειτουργούν ενάντια και παράλληλα με τα κυκλώματα του κεφαλαίου, αναπτύσσουν την ικανότητα της κοινότητας για συλλογική δράση και προδιαγράφουν τις κοινοτικές οικονομίες. Οι συνεργατικοί χώροι εργασίας συνεργάζονται επίσης με κρατικούς και αγοραίους θεσμούς και τους αναδιαμορφώνουν σύμφωνα με τον ηθικό και ανοιχτό τρόπο λειτουργίας τους. Η διατριβή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η κοινωνική καινοτομία έχει πράγματι μεγάλο δυναμικό για κοινωνικό μετασχηματισμό, αλλά ενέχει επίσης τον κίνδυνο να χρησιμοποιηθεί ως μέσο. Επομένως, αν και απαιτούν περαιτέρω θεσμοθέτηση και υποστήριξη για να προχωρήσουν πέρα από τα ενδιάμεσα και συμβιωτικά στάδια της μεταμόρφωσης, αυτό απαιτεί προσοχή. Μελλοντικές έρευνες θα μπορούσαν να επισημάνουν τις εντάσεις μεταξύ επιχειρηματικότητας και συλλογικότητας εντός των συνόλων κοινωνικής καινοτομίας, καθώς και να συγκρίνουν αντίθετες γεωγραφικές τοποθεσίες, όπως αστικές-αγροτικές και νότιο-βόρειο ημισφαίριο, για να προωθήσουν την κατανόησή μας της κοινωνικής καινοτομίαςΤεκμήριο Μέτρηση και ανάλυση της φτώχειας των ηλικιωμένων ατόμων στην ΕυρώπηΓεωργιάδης, Θωμάς Μ.; Λυμπεράκη, Αντιγόνη, 1959-; Λαμπρινίδης, Ματθαίος Ι.; Καραγάνης, Αναστάσιος Ν.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015)Αξιοποιώντας πρωτογενή δεδομένα από τα τρία πρώτα κύματα της έρευνας SHARE (Έρευνα για την Υγεία, τη Γήρανση και τη Συνταξιοδότηση στην Ευρώπη), η εμπειρική ανάλυση της παρούσας διατριβής επιχειρεί τη μέτρηση και ανάλυση της φτώχειας των ατόμων ηλικίας 50 ετών και άνω σε δεκατρείς χώρες της Ευρώπης. Ο βασικός σκοπός της ανάλυσης συνδέεται με την προσπάθεια αποτύπωσης ενός «σημείου αναφοράς» των σημαντικότερων διαστάσεων του φαινομένου πριν την κρίση, στη βάση του οποίου να μπορούν να αξιολογηθούν οι δυναμικές, λόγω της κρίσης, αλλαγές στις διαστάσεις της φτώχειας των ηλικιωμένων στις χώρες της Ευρώπης. Το περιεχόμενο της διατριβής επικεντρώνεται στις εξής τρεις ερευνητικές κατευθύνσεις. Πρώτον, την ανάλυση των διαστάσεων που αφορούν τους δείκτες φτώχειας και τους προσδιοριστικούς παράγοντες του φαινομένου, με σκοπό την ανάδειξη της σημασίας των διαφορετικών συστημάτων συντάξεων στην ερμηνεία των μεταξύ των χωρών διαφοροποιήσεων του κινδύνου φτώχειας των ηλικιωμένων στην Ευρώπη. Δεύτερον, τη διερεύνηση του περιεχομένου που προσλαμβάνει η κατάσταση φτώχειας στις επιμέρους χώρες. H τρίτη κατεύθυνση της έρευνας αφορά τη διατύπωση παρατηρήσεων αναφορικά με μεθοδολογικά ζητήματα ανάλυσης της φτώχειας. Από μεθοδολογικής σκοπιάς, η χρησιμότητα του συγκεκριμένου εγχειρήματος συνδέεται με την ανάδειξη μιας σειράς δόκιμων μεθοδολογικών προσεγγίσεων, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για την ανάλυση της δυναμικής επίδρασης της κρίσης στο φαινόμενο της φτώχειας.Τεκμήριο Επενδυτικές αποφάσεις κατασκευαστικών επιχειρήσεων και επιχειρήσεων διαχείρισης ακινήτων: χωρική ανάλυση και κεφαλαιακή διάρθρωσηΦειδάκης, Ανδρέας Γ.; Ροβολής, Αντώνιος; Παπαδασκαλόπουλος, Αθανάσιος Δ., 1952-; Καραγάνης, Αναστάσιος Ν.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015)Σκοπός της διδακτορικής διατριβής είναι η μελέτη και η διερεύνηση των παραγόντων, οι οποίοι επηρεάζουν τις επενδυτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων αναφορικά με την επιλογή της κεφαλαιακής τους διάρθρωσης. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη διαχείριση ακινήτων και στον κατασκευαστικό τομέα κατά τη χρονική περίοδο 2005 -2010. Πιο συγκεκριμένα, εξετάζεται αν οι επενδυτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων (διαχείρισης ακινήτων και κατασκευαστικών), σχετικά με τον τρόπο άντλησης κεφαλαίων, συμπεριφέρονται σύμφωνα με τις επικρατέστερες θεωρίες της χρηματοοικονομικής επιστήμης, ξεκινώντας με τη θεωρία των Modigliani και Miller (1958). Στη συνέχεια, η έρευνα, βασιζόμενη στη μεθοδολογία των Rajan και Zingales (1995), προσπαθεί να προσδιορίσει τους κυριότερους μικροοικονομικούς (κερδοφορία, χρηματοοικονομικός κίνδυνος, συνολικά κεφάλαια, κτλ) και μακροοικονομικούς παράγοντες (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, πληθωρισμός, ανεργία, κτλ) που επηρεάζουν τις επενδυτικές αποφάσεις των παραπάνω επιχειρήσεων, αναφορικά με την κεφαλαιακή τους δομή. Παράλληλα, εξετάζεται και αιτιολογείται ο τρόπος επίδρασης των ανωτέρω αναφερομένων παραγόντων. Ο τρόπος προσέγγισης των ερευνητικών ζητημάτων της διατριβής βασίζεται σε σύγχρονες οικονομετρικές μεθόδους. Ειδικότερα, χρησιμοποιούνται τεχνικές συνδυασμού χρονολογικών – διαστρωματικών σειρών (panel data), οι οποίες θεωρούνται ιδανικές για την επίλυση τέτοιου είδους ερευνητικών προβλημάτων. Επιπλέον, ερευνάται, σαν ξεχωριστή μεταβλητή, εάν η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, που ξεκίνησε το 2008, έχει επιδράσει στην αλλαγή της φιλοσοφίας περί της χρηματοδοτικής δομής των παραπάνω εταιρειών. Τέλος, πραγματοποιείται μια σύγκριση των αποτελεσμάτων της έρευνας σχετικά με τον κλάδο δραστηριότητας των επιχειρήσεων (διαχείρισης ακινήτων και κατασκευαστικό). Εξετάζεται, δηλαδή, αν τα συμπεράσματα, τα οποία έχουν εξαχθεί για τις εταιρείες για κάθε κλάδο ξεχωριστά, διαφέρουν ή είναι τα ίδια.\r\nΤα αποτελέσματα στα οποία κατέληξαν τα διάφορα οικονομετρικά υποδείγματα, ήταν ιδιαίτερα «σταθερά» και η συντριπτική πλειοψηφία των επεξηγηματικών παραγόντων εμφανίζονται στατιστικά σημαντικοί. Παρόλο που οι δύο κλάδοι έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, με τα δεδομένα να έχουν παρθεί από διαφορετικά δείγματα χωρών, εμφανίζουν παρόμοια αποτελέσματα. Σε ότι αφορά την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, αυτή επέδρασε αντίθετα στην κεφαλαιακή διάρθρωση των ΕΕΑΠ από ότι σε αυτήν των κατασκευαστικών επιχειρήσεων.Τεκμήριο Περιβαλλοντικά βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και συνεισφορά των φυσικών πόρων στην παραγωγή και στην ανάπτυξη: το ζήτημα της σπανιότητας των φυσικών πόρων και οι επιπτώσεις του στις δυνατότητες για μια βιώσιμη ανάπτυξηΚαλημέρης, Παναγιώτης I.; Μπίθας, Κωνσταντίνος; Χριστόπουλος, Δημήτριος Κ., 1966-; Χάλκος, Γεώργιος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015)Το ζήτημα της σπανιότητας των φυσικών πόρων αποτελεί ένα θέμα μείζονος σημασίας, ειδικά αν ειδωθεί μέσα στο πλαίσιο της οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας. Ιστορικά, η νεοκλασική οικονομική θεωρία αγνοούσε συστηματικά την καθοριστική συμβολή των φυσικών πόρων στην παγκόσμια οικονομική μεγέθυνση, που συντελέστηκε από την πρώτη βιομηχανική επανάσταση και συνεχίζεται έως σήμερα. Τα σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα (εξωτερικότητες) που κληροδότησε σταδιακά η εκρηκτική οικονομική μεγέθυνση του 20ου αιώνα στις επερχόμενες γενεές, σε συνδυασμό με την αθροιστική σπανιότητα των μη-ανανεώσιμων φυσικών πόρων, υπερτονίζουν την επιτακτική ανάγκη για την διερεύνηση του κατά πόσο πρέπει, και είναι εφικτό, να εγκαινιαστεί μια νέα μορφή Περιβαλλοντικά Βιώσιμης Οικονομικής Ανάπτυξης. Η εξαιρετικής σπουδαιότητας αυτή συζήτηση οδήγησε στη δημιουργία αντίπαλων στρατοπέδων γνωστικής “πόλωσης”, χωρίζοντας την επιστημονική κοινότητα ανάμεσα στους υπερασπιστές της χαλαρής και σε εκείνους της ισχυρής βιωσιμότητας. Αυτή η διαλεκτική σύγκρουση σαφώς προίκισε την οικονομική επιστήμη με διεπιστημονικό πλουραλισμό, γεννώντας νέα συναρπαστικά γνωστικά πεδία που συνδυάζουν την Βιολογία, την Οικολογία, την Περιβαλλοντική επιστήμη και τους φυσικούς νόμους της θερμοδυναμικής, με την παραδοσιακή οικονομική θεωρία. Μέσα σε αυτό το ευρύ πλαίσιο αναφοράς, η παρούσα διδακτορική έρευνα στοχεύει στην περαιτέρω διερεύνηση της συνεισφοράς των φυσικών πόρων (ενέργειας και μάζας), στην παραγωγική διαδικασία και κατ’ επέκταση στην πρωτόγνωρη, για το σύνολο της ανθρώπινης ιστορίας, οικονομική μεγέθυνση που συντελέστηκε κατά τον τελευταίο αιώνα. Ειδικότερα, απώτερος στόχος της παρούσας διατριβής είναι εμπειρική διερεύνηση των δυνατοτήτων που εμφανίζει η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη (Μεγέθυνση), για αποσύνδεση (decoupling) από την κατανάλωση φυσικών, ενεργειακών και υλικών, πόρων. Επιπρόσθετα, η εμπειρική ανάλυση εστιάζει σε χωρικό επίπεδο, εξετάζοντας την υλική και ενεργειακή ένταση της nοικονομικής παραγωγικής διαδικασίας, στα πλαίσια επιλεγμένων εθνικών οικονομιών και συγκρίνει τις ομοιότητες ή και διαφορές που αυτές παρουσιάζουν, τόσο σε επίπεδο κατανάλωσης ύλης και ενέργειας, όσο και σε κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο δημογραφικής εξέλιξης, κατά κεφαλήν κατανάλωσης, ευημερίας, και ούτω καθεξής. Τέλος, φιλοδοξεί να αντιπροτείνει νέα μεθοδολογικά εργαλεία εμπειρικής διερεύνησης, εμπλουτίζοντας την διεθνώς πλέον αποδεκτή και καθιερωμένη μεθοδολογία Material Flow Analysis (MFA), καθώς και να ασκήσει μια γόνιμη κριτική στα εμπειρικά αποτελέσματα του διαχρονικού διαλόγου που αφορά την αιτιώδη σχέση μεταξύ της κατανάλωσης ενεργειακών πόρων και της οικονομικής μεγέθυνσης (The E-GDP Causality nexus), μέσα στο πλαίσιο σύγχρονων θεωρητικών διαλόγων όπως η από-ανάπτυξη (de-growth). Πέραν της εμπειρικής, η πρωτότυπη θεωρητική συνεισφορά της παρούσας διατριβής έγκειται στην ανάλυση και την ανάδειξη της έννοιας της διαστασιμότητας των προϊόντων (Human Scale Production) ως απόρροια της βιοφυσικής ανθρώπινης διάστασης (Biophysical Human Scale), για πρώτη φορά στην ιστορία της θεωρητικής και εμπειρικής ανάλυσης των εννοιών της από-υλοποίησης (dematerialization), της αποσύνδεσης(decoupling) της οικονομικής διαδικασίας από την χρήση φυσικών πόρων καικατ’ επέκταση της αθροιστικής σπανιότητας των φυσικών πόρων.Τεκμήριο Διερεύνηση των αποτελεσμάτων της επίδρασης των φόρων επί των ακινήτων: διαχειριστική και δημοσιονομική προσέγγισηΓαλανός, Χρήστος Λ.; Λιάπης, Κωνσταντίνος Ι.; Ροβολής, Αντώνης; Σπηλιώτη, Στέλλα; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2014)Αυτή η μελέτη έχει σχεδιαστεί για να διερευνήσει τις επιπτώσεις της επίδρασης των φόρων στην ακίνητα περιουσία, και τη διαχείριση των θεμάτων που προκύπτουν από την επιβολή τους. Τα λογιστικά πρότυπα και οι μέθοδοι που ακολουθούνται επηρεάζουν την απεικόνιση των περιουσιακών στοιχείων στις οικονομικές καταστάσεις. Η πλειοψηφία των φόρων επηρεάζουν την αξία των ακινήτων. Η απόδοση του κάθε φόρου στα δημόσια έσοδα διαφέρει από χώρα σε χώρα όπου διαφορετικά φορολογικά καθεστώτα επιβάλλονται σε καθεμία από αυτές. Η αξία και το εισόδημα των περιουσιακών στοιχείων ακίνητης περιουσίας καταγράφονται στις οικονομικές καταστάσεις, και είναι οι φορολογικές βάσεις, και έτσι υπάρχει μια σχέση μεταξύ φορολογικών συντελεστών και των εσόδων με τις αξίες και τις αποδόσεις των περιουσιακών στοιχείων. Για τη διερεύνηση της σχέσης αυτής οι μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται στην έρευνα είναι η πολυμεταβλητή ανάλυση διασποράς, η ανάλυση ραντάρ, πολυμεταβλητά οικονομετρικά μοντέλα με τη χρήση ψευδομεταβλητών, οικονομικά μοντέλα εκτίμησης και υπολογισμού ακίνητης περιουσίας για τον υπολογισμό των ταμειακών ροών και το κόστος του κεφαλαίου. Για τους σκοπούς της μελέτης αναπτύσσεται ένα οικονομετρικό μοντέλο που χρησιμοποιεί ιστορικά δεδομένα, και παράγονται δενδρογράμματα λήψης αποφάσεων. Ένα ολοκληρωμένο οικονομικό μοντέλο κατασκευάζεται που συνδέει την αξία της ακίνητης περιουσίας με το αρχικό κόστος, ενώ υπολογίζονται μελλοντικές ταμειακές ροές, και εξωγενείς μεταβλητές, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων τύπων των φόρων, προκειμένου να εξεταστούν οι επιπτώσεις τους στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων. Οι φορολογικές επιβαρύνσεις επί των περιουσιακών στοιχείων είναι ένα δημοσιονομικό εργαλείο που χρησιμοποιείται για την κάλυψη των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού. Από την άλλη πλευρά, οι φόροι επηρεάζουν την αξία της ακίνητης περιουσίας τόσο μέσω μελλοντικών ταμειακών ροών, όσο και μέσω του κόστους του κεφαλαίου και των φορολογικών ασπίδων που προκύπτουν μέσω των λογιστικών εγγραφών. Τέλος, μεταξύ άλλων που παρουσιάζονται, είναι μια σχέση όπως η καμπύλη Laffer, που έχει αναπτυχθεί μεταξύ των τιμών των περιουσιακών στοιχείων και του φόρου απόδοσης στα δημόσια έσοδα.Τεκμήριο Πολιτικές περιβάλλοντος στην Τοπική Αυτοδιοίκηση: το παραδειγμα της Περιφέρειας ΑττικήςΓάκης, Αντώνης Σ.; Παπαϊωάννου, Δημήτρης; Μπίθας, Κωνσταντίνος Π.; Κυβέλου-Χιωτίνη, Στέλλα-Σοφία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2014)Αντικείμενο της διατριβής, αποτελεί η ανάπτυξη εργαλείων και διαδικασιών άσκησης πολιτικής περιβάλλοντος για τις τοπικές αρχές διακυβέρνησης, σχετικά με την βιωσιμότητα. Πραγματοποιείται η παραγωγή μιας σειράς δεικτών ως εργαλείο αποτίμησης της βιωσιμότητας για τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής και, η εφαρμογή τους, στην περιφέρεια της Αττικής, Η σειρά αυτή, θα λειτουργήσει σαν βασικό μεθοδολογικό εργαλείο πολιτικής για την προσαρμογή των ανθρώπινων οικισμών στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αλλά και για την μείωση της συμμετοχής τους στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Στο πρώτο μέρος της διατριβής εξετάζεται η διαχρονική εξέλιξη των ανθρώπινων οικισμών σε σχέση με την βιωσιμότητα όπου επιχειρείται να δοθεί το μήνυμα ότι η ανάπτυξή τους είχε πάντα μια αντίστροφη σχέση με την ποιότητα του γύρω περιβάλλοντος και ιδιαίτερα του φυσικού. Στο δεύτερο μέρος της διατριβής έγινε ανάλυση των βασικών χαρακτηριστικών που καθορίζουν τα στοιχεία της βιωσιμότητας του αστικού περιβάλλοντος όπως είναι η αστική πυκνότητα και οι χρήσεις γης, οι μεταφορές, η διαχείριση των υδάτινων πόρων και της ενέργειας, η διαχείριση πρασίνου καθώς και η διαχείριση των αποβλήτων. Στο τρίτο μέρος της διατριβής παρουσιάζεται το οικουμενικό ζήτημα της κλιματικής αλλαγής καθώς και η σχέση του με τους ανθρώπινους οικισμούς. Σημαντικό εργαλείο για την αποτίμηση της βιωσιμότητας αυτής αποτελεί η εφαρμογή δεικτών. Συνιστάται η εφαρμογή ενός «μενού» από υπάρχοντες και νέους δείκτες που ανταποκρίνονται στις νέες προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής και λειτουργούν ως εργαλεία αποτίμησης της κατάστασης, μετά από μια διαδοχική διαδικασία ενσωμάτωσης τους συμφώνα με ένα “μεταμοντέλο” του τύπου «αίτιου και αποτελέσματος» όπως το DPSIR (ΟΟΣΑ) όπου, μετά την ποσοτικοποίηση τους εισέρχονται σε ένα λογικό σχήμα αξιολόγησης τους και παραγωγής πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών πρακτικών βελτίωσης τους. Στο τέταρτο μέρος της διατριβής γίνεται εφαρμογή της προτεινόμενης σειράς δεικτών, σε μια επιλεγμένη περιοχή της περιφέρειας, και συγκεκριμένα στον οικισμό του Λαυρίου με σκοπό να δοκιμαστεί η λειτουργικότητα τους. Η εφαρμογή ανέδειξε τα δυνατά και τα τρωτά σημεία της περιοχής εφαρμογής, άλλα κυρίως την εφαρμοσιμότητα των δεικτών, μέσα από τους οποίους προτείνεται μια σειρά από μέτρα και πολιτικές που θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στα πλαίσια της πολιτικής σε τοπικό επίπεδο με σκοπό της αύξησης των επιδόσεων της τοπικής αυτοδιοίκησης.Τεκμήριο Διαχειριστικές διαδικασίες στο περιβάλλον εκ μέρους των αρμόδιων τοπικών αρχών και κατάρτιση υποδειγμάτων επίλυσης περιβαλλοντικών κρίσεωνΤρακαδά, Μαρία Π.; Παπαϊωάννου, Δημήτρης; Τασόπουλος, Αναστάσιος; Αθανασόπουλος, Κωνσταντίνος Γ.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2013)Κεντρικός άξονας της παρούσας μελέτης είναι η δημιουργία ενός μοντέλου που, έχοντας ως πρωτεύοντα στόχο την αποφυγή της κρίσης και την υλοποίηση των προεπιλεγμένων στόχων, στο πλαίσιο της σχεδιαζόμενης περιβαλλοντικής πολιτικής, θα εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις, έτσι ώστε για κάθε χαρακτηριστικό και για κάθε στάδιο της κρίσης να υφίστανται ανάλογες προτάσεις και αρχές επίλυσης αυτής της κατάστασης. Τελικό προϊόν της έρευνας αυτής είναι η συστηματική τυποποίηση επιλεγμένων διαδικασιών επίλυσης των περιβαλλοντικών κρίσεων με βήμα προς βήμα σχεδιασμό και απεικόνισή τους. Στο πλαίσιο αυτό εκπονείται και παρουσιάζεται ένα μοντέλο αντιμετώπισης μιας περιβαλλοντικής κρίσης, το οποίο στηρίζεται στο επιθυμητό και αποτελεσματικότερο επίπεδο δημόσιας συμμετοχής – με έμφαση στο ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης- στη λήψη αποφάσεων και στις θεσμικές διαδικασίες, μέσω των οποίων, η διευθέτηση της κρίσης είναι επιτεύξιμη. Βασικό άξονα αποτελεί η διαχείριση της περιβαλλοντικής πληροφορίας και η συμμετοχική διαδικασία, στο βαθμό που είναι εφικτό για κάθε ομάδα εμπλεκομένων, που διαθέτουν κάποια μορφή εξουσίας.Τεκμήριο Τεχνολογική πρόοδος και οικονομίες κλίμακας στην ελληνική βιομηχανία : μια κλαδική ανάλυση (1970-1990)Χριστόπουλος, Δημήτριος Κ., 1966-; Ρέππας, Παναγιώτης; Πάκος, Θεοφάνης; Παλάσκας, θεοδόσιος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1995)Τεκμήριο Ο ρόλος του εθελοντικού τομέα στην τοπική πολιτιστική ανάπτυξη : η περίπτωση της πόλης του Πειραιά κατά την περίοδο 1974-2000Ιωαννίδης, Γιάννης; Κόνσολα, Ντόρα; Αθανασόπουλος, Κωνσταντίνος Γ.; Δρακάκη, Λυδία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2002)Τεκμήριο Ο αναπτυξιακός ρόλος της πολιτικής γής στην ΚύπροΧριστοδουλίδης, Ανδρέας Σ.; Σιδηρόπουλος, Ηλίας; Γετίμης, Παναγιώτης; Παπαδασκαλόπουλος, Αθανάσιος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1995)Τεκμήριο Διαχείριση περιβάλλοντος : πολιτικές για την προστασία των ακτών της Ελλάδας : η εμπειρία από το χώρο της ΜεσογείουΣταματίου, Ελένη Ν.; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1997)Τεκμήριο Ανάλυση της διαδικασίας της πολιτιστικής ανάπτυξης σε τοπικό επίπεδο : η περίπτωση της ΚαλαμάταςΣκιά-Πανοπούλου, Χαρίκλεια, 1961-2007; Κόνσολα, Ντόρα Ν.; Στασινοπούλου, Όλγα; Δρακάκη, Λυδία; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1998)Τεκμήριο Αξιολόγηση, επιλογή και ολοκληρωμένος σχεδιασμός περιφερειακών εφαρμογών των τεχνολογιών βιοενέργειαςΠυργιώτης, Λάμπρος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1993)Τεκμήριο Τα νέα τραπεζικά προϊόντα, μέσο για την ενδυνάμωση των επενδύσεων : εφαρμογή σε περιφερειακό επίπεδο στην ΕλλάδαΡαγκούση, Στυλιανή; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1995)Τεκμήριο Συμβολή στην ποιοτική πολυκριτηριακή αξιολόγηση : μοντέλο κλιμακωσιμότηταςΡόκος, Κώστας; Κόνσολας, Νικόλαος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1991)Τεκμήριο Οι εμπορικές ανταλλαγές μεταξύ χωρών άνισα ανεπτυγμένων : η περίπτωση EOK - ΑΚΕΠολυχρονόπουλος, Γεώργιος; Κόνσολας, Νικόλαος; Αθανασόπουλος, Κωνσταντίνος; Σιφνιώτης, Κωνστατίνος; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1993)Τεκμήριο Χωρική ανάλυση αγροτικών εκμεταλλεύσεων φυτικού, ζωϊκού και μεικτού προσανατολισμούΠαρασκευαϊδης, Παρασκευάς; Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης (Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1997)
