Library SitePandemos Repository
Pandemos Record
 

View record information

Department of Law  

Postgraduate Theses  

 
Τίτλος:Δυαδικό σύστημα κυρώσεων (ποινικών και διοικητικών) για την αυτή παράβαση: ζητήματα εφαρμογής του τεκμηρίου αθωότητας και της αρχής ne bis in idem υπό το φως της νομολογίας του ΕΔΔΑ
Τίτλος:Binary system of sanctions for the same infringement: issues in the implementation of the presumption of innocence and the principle ne bis in idem in the light of the case light of the European Court of Human Rights
Κύρια Υπευθυνότητα:Πρίμπας, Ιωάννης Κ.
Επιβλέπων:Τσόλκα, Όλγα Β.
Θέματα:
Keywords:δυαδικό σύστημα κυρώσεων, τεκμήριο αθωότητας, αρχή ne bis in idem, επιβολή κυρώσεων una via, διττό κυρωτικό σύστημα, σώρευση ποινικών και διοικητικών κυρώσεων, νομολογία ΕΔΔΑ
binary system of sanctions, una via, criminal, administrative sanctions for the same infringement, presumption of innocence, principle ne bis in idem
Ημερομηνία Έκδοσης:2014
Εκδότης:Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:Ενώ η διάκριση μεταξύ ποινικού και διοικητικού αδίκου φαίνεται δυσχερής, η διάκριση μεταξύ ποινικής και διοικητικής κύρωσης αποδεικνύεται ευχερέστερη. Η ποινική κύρωση, που απειλείται και επιβάλλεται στο πλαίσιο απονομής δικαιοσύνης, επιτελεί λειτουργία "κολασμού" εγκλήματος, στιγματίζοντας και αποδοκιμάζοντας τον δράστη ως αντικοινωνική προσωπικότητα. Η διοικητική κύρωση από την άλλη, συνιστά μέσο διοικητικού καταναγκασμού, δεν αποσκοπεί στην προσωπική μομφή του παραβάτη, αλλά επιβάλλεται για την αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας της διοίκησης. Καθοριστική συμβολή στην σχετική προβληματική είχε και έχει το ΕΔΔΑ. Το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ εντάσσει στο προστατευτικό του πεδίο κάθε πρόσωπο διωκόμενο για "κατηγορία ποινικής φύσεως": πρόκειται για μια έννοια ευρύτερη του αδίκου και της κύρωσης, την οποία το ΕΔΔΑ ερμήνευσε διαχρονικά κατά τρόπο αυτόνομο, θέτοντας τα δικά του κριτήρια, βάσει των οποίων κρίνει αν μια διαδικασία επιβολής κυρώσεων έχει ποινικό ή μη χαρακτήρα. Όταν μια προσβολή κατά της "εύρυθμης λειτουργίας της διοίκησης" καθίσταται τόσο επιλήψιμη ηθικοκοινωνικά, που υπερβαίνει το στενώς εννοούμενο δημόσιο συμφέρον και αρχίζει να επηρεάζει δυσμενώς το κοινωνικό σύνολο, τότε το κράτος, προκειμένου να θωρακίσει ένα ευρύ φάσμα αγαθών ζωτικής σημασίας για το ίδιο (την εύρυθμη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών, το περιβάλλον, τη φορολογία, την ομαλή άσκηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων, την πολεοδομία, τον ανταγωνισμό, την οδική κυκλοφορία κλπ), εξαντλεί όλους τους κυρωτικούς μηχανισμούς του. Πρόκειται για την ενεργοποίηση ενός δυαδικού συστήματος επιβολής κυρώσεων, την σώρευση δηλαδή κατά του ίδιου προσώπου για την "αυτή" συμπεριφορά, δύο διαφορετικών διαδικασιών επιβολής κυρώσεων: μίας ποινικής, η οποία αποσκοπεί στον κολασμό του δράστη, και μίας διοικητικής, η οποία αποσκοπεί στην αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας. Συγκεκριμένα, κατά την εν λόγω σώρευση διαδικασιών επιβολής κυρώσεων, οι οποίες σε ελληνικό νομοθετικό και νομολογιακό επίπεδο θεωρούνται ανεξάρτητες μεταξύ τους (η έκβαση δηλαδή της μίας δεν είναι δεσμευτική για την έκβαση της άλλης), μπορούν να διακριθούν δύο περιπτώσεις: α. Στην πρώτη περίπτωση, κινούνται κατά του ίδιου προσώπου για την "αυτή" παράβαση, μία γνήσια ποινική και μία αμιγώς διοικητική διαδικασία επιβολής κυρώσεων. Εν προκειμένω, ενδεχόμενη αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου δεσμεύει κάθε Αρχή που θα εξετάσει το διοικητικό σκέλος της υπόθεσης στη συνέχεια, κατά τρόπο ώστε να μην μπορεί να αμφισβητηθεί ξανά το ζήτημα της αθωότητας του διωκόμενου προσώπου (άλλως παραβιάζεται το άρθρο 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ). Ούτως απεφάνθη το ΕΔΔΑ, στην απόφαση Σταυρόπουλος κατά Ελλάδος, όπου με μια "επεκτατική ερμηνεία" του τεκμηρίου αθωότητας έκρινε ότι η εγγυητική του λειτουργία δεν περιορίζεται μόνο μέσα στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας, αλλά επεκτείνεται και μετά τη λήξη αυτής, καλύπτοντας κάθε άλλη διαδικασία (διοικητική ή δικαστική), εφόσον αυτή συνδέεται με τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία κρίθηκαν με την απόφαση του ποινικού δικαστηρίου. β. Στην δεύτερη περίπτωση, κινούνται κατά του ίδιου προσώπου για την "αυτή" παράβαση, μία γνήσια ποινική και μία διοικητική, με ενδογενή όμως ποινικό χαρακτήρα, διαδικασία επιβολής κυρώσεων. Στην περίπτωση αυτή εμφιλοχωρεί μια μορφή κατάχρησης εκ μέρους της κρατικής εξουσίας, καθώς σωρεύονται δύο ουσιαστικά ποινικές διαδικασίες κατά του ίδιου προσώπου, εκ των οποίων η εμφανιζόμενη ως διοικητική, δεν έχει αποκαταστατικό της εύρυθμης λειτουργίας της διοίκησης χαρακτήρα, αλλά τιμωρητικό. Ως εκ τούτου, τυγχάνει εφαρμογής η κατοχυρωμένη στο άρθρο 4 παρ. 1 του 7ου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ θεμελιώδης αρχή ne bis in idem, το δικαίωμα δηλαδή του ανθρώπου να μην διώκεται και να μην δικάζεται δύο φορές ποινικά για την "ίδια" παράβαση. Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του bis (ποινική φύση των δύο διαδικασιών) και του idem (συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που αφορούν το ίδιο πρόσωπο και είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους στο χώρο και στο χρόνο), μετά την ολοκλήρωση -με αμετάκλητη καταδικαστική ή αθωωτική απόφαση- της μίας διαδικασίας, το επιλαμβανόμενο της άλλης διαδικασίας δικαιοδοτικό όργανο, οφείλει να περατώσει αυτήν, χωρίς διόλου να την εξετάσει. Το ΣτΕ δεν έκανε αποδεκτή τη νομολογία του ΕΔΔΑ επί της αρχής ne bis in idem, επικαλούμενο μια σειρά από λόγους, οι οποίοι όμως αποδεικνύονται έωλοι. Μετά και την έκδοση της -εναρμονισμένης με τη νομολογία του ΕΔΔΑ- από 26-2-2013 απόφασης του ΔΕΕ επί της υπόθεσης C-617/10, σύμφωνα με την οποία δεν επιτρέπεται η επιβολή διαδοχικώς μιας διοικητικής και μιας ποινικής κύρωσης, όταν η πρώτη έχει ποινικό χαρακτήρα, καθίσταται πλέον επιτακτική η ανάγκη για την εξεύρεση λύσεων συμβατών με τη νομολογία των ευρωπαϊκών δικαστηρίων. Εκ των ενδεχόμενων λύσεων, προκρίνεται αυτή της -de lege ferenda- επιβολής κυρώσεων una via, που είναι συμβατή τόσο με το ελληνικό Σύνταγμα, όσο και με τη νομολογία του ΕΔΔΑ. Ως δέουσα δικαιοδοσία επιβολής των κυρώσεων una via προτείνεται η διαδικασία ενώπιον του αρμόδιου ποινικού δικαστηρίου, η οποία, παρέχοντας περισσότερες εγγυήσεις, δύναται να απορροφήσει την -μέχρι σήμερα ανεξάρτητη από αυτήν- ποινικού χαρακτήρα διοικητική διαδικασία επιβολής κυρώσεων.
Abstract:While it seems difficult to make the distinction between criminal and administrative injustice, it is much easier to distinguish criminal from administrative penalty. From one hand, criminal penalty, as an instrument of justice, has the function of punishing a crime, condemning and disapproving the culprit as an antisocial personality. From the other hand, the administrative penalty, as a means of administrative compulsion, does not form a personal reproach to the culprit. Instead, its aim is to restore the proper functioning of the administration. The European Court of Human Rights has played an important role in this subject. Article 6 of the European Convention of Human Rights, protects any person prosecuted for "criminal charge", (this being a broader concept than that of injustice and penalty), which the European Court has interpreted by setting its own criteria that determine whether a sanction proceeding is criminal or not . Whenever an attack against the "proper functioning of the administration" becomes morally and socially reprehensible, in a way that surpasses the "narrow" public interest and begins to adversely affect the community, the state exhausts all of its penalty mechanisms, in order to protect a wide range of goods that are vital to it (the proper functioning of public services, the environment, taxation, the proper exercise of professional activities, urban planning, competition, traffic, etc.). It is the activation of a binary system of penalties, the accumulation of two different sanctioning procedures against the same person for the same behavior: a criminal penalty, which seeks to punish the offender and an administrative one, which aims to restore the proper functioning of the public service. More specifically, when such an accumulation of sanctioning procedures occurs (which in Greek legislation and case-law level are considered independent of each other) we can make the distinction between two cases: A. In the first case, a genuine criminal and a purely administrative sanctions procedure occur against the same person for the same infringement. In this case, a possible acquittal by the criminal court, binds each authority that will examine the administrative aspect of the case after, in a way that the innocence of the person prosecuted cannot be doubted again (otherwise Article 6 § 2 of the ECHR is violated). Thus concluded the European Court of Human Rights in the case of Stavropoulos v. Greece, which used an "expansive interpretation" of the presumption of innocence to reach the conclusion that its securing function, is not limited only within the context of criminal proceedings, but extends beyond this, covering any process (administrative or judicial) which connects to the real facts that were examined by the criminal court. B. In the second case, a genuine criminal and an administrative-which has an inherent criminal nature sanctions procedure occur against the same person for the same infringement. In this case, a form of abuse from the state reveals itself, as two criminal proceedings are accumulated against the same person (the administrative one has a purely punitive role). Thereby, the fundamental principle ne bis in idem (the right of a man not to be prosecuted and not to be put to trial twice for the same offense) which is secured by Article 4 paragraph 1 of the 7th Protocol to the ECHR is implemented. As long as the conditions of bis (criminal nature of the two processes) and idem (same acts relating to the same person that are indissolubly linked in space and time) are met, after the completion of a process leading to an irrevocable conviction or an acquittal, the court/administrative authority in charge of the other proceeding, should complete it without examining it at all. The Greek State Council did not accept the case law of the European Court of Human Rights on the principle ne bis in idem, citing a number of reasons which proved unfounded. After the issue of the decision of the Court of the European Union on 02/26/2013 for the Case C-617/10, according to which an administrative and a criminal penalty cannot be imposed successively when the first is of criminal nature, it has become imperative to find solutions compatible with the case law of the European courts. Among all possible solutions, the imposition of penalty una via is preferable, since it is compatible with both the Greek Constitution and the case law of the European Court of Human Rights. As appropriate jurisdiction imposing sanctions una via, the procedure before the criminal court is proposed, as it can absorb the punitive administrative sanctions procedure, from which it has been distinct up to now.
Περιγραφή:Διπλωματική εργασία - Πάντειο Πανεπιστήμιο. Γενικό Τμήμα Δικαίου, ΠΜΣ "Δίκαιο και Ευρωπαϊκή Ενοποίηση", κατεύθυνση Ποινικό Δίκαιο και Θεωρία του Δικαίου, 2014
Περιγραφή:Βιβλιογραφία: σ. 146-150
 
 
Archives to this Item
Archive Type
9PMS_DIK_EUR_ENO_PribasIo.pdf application/force-download
 
FedoraCommons OAI Library - Information Services, Panteion University