Library SitePandemos Repository
Pandemos Record
 

View record information

Department of International and European Studies  

Postgraduate Theses  

 
Τίτλος:Η έννοια του δημοσίου συμφέροντος διαχρονικά και υπό το πρίσμα των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης και της περιβαλλοντικής προστασίας: επισκόπηση και ανάλυση των εξελίξεων της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας: από την εποχή του Ρίο στην εποχή της κρίσης
Τίτλος:The concept of public interest over time and in the light of the principles of sustainable development and environmental protection. Overview and analysis of the developments of the Council of State jurisprudence: from the time of Rio to the crisis era
Κύρια Υπευθυνότητα:Κωνσταντινίδου, Αλεξάνδρα Κ.
Επιβλέπων:Τσάλτας, Γρηγόρης Ι., 1950-
Θέματα:
Keywords:Δημόσιο συμφέρον, Βιώσιμη Ανάπτυξη, Περιβαλλοντική Προστασία, Συμβούλιο της Επικρατείας, Επιμελητήριο Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης
Public interest, Sustainable Development, Environmental Protection, State Council, Chamber of Environment and Sustainable Development
Ημερομηνία Έκδοσης:2018
Εκδότης:Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:Βιώσιμη Ανάπτυξη – Δημόσιο Συμφέρον Η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης ή αειφορίας, η οποία κατοχυρώθηκε νομικά στην Παγκόσμια Διάσκεψη του Ρίο (1992) και αποσαφηνίστηκε με την Agenda ’21, έτυχε πολύ διαφορετικής ερμηνείας και εφαρμογής στην πορεία της νομολογίας του ΣτΕ από το 1990 μέχρι σήμερα. Την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης υιοθέτησε και επεξεργάσθηκε με σημαντικές αποφάσεις το Ε’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας υπό την προεδρία του Μιχαήλ Δεκλερή, ο οποίος τη γνώρισε από «πρώτο χέρι», αφού είχε συμμετάσχει στη Διάσκεψη του Ρίο ως μέλος της Ελληνικής Αντιπροσωπείας. Κατά την πορεία της προεδρίας του στο Ε΄ Τμήμα του ΣτΕ την περίοδο 1992-2000, η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης ταυτίζεται ουσιαστικά με την έννοια του δημοσίου συμφέροντος, με τη λογική ότι, σύμφωνα με τις αρχές του Ρίο, καμία δημόσια πολιτική δεν μπορεί να ασκείται με τρόπο που καταστρέφει, υποβαθμίζει ή αλλοιώνει το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον. Και τούτο όχι επειδή το περιβάλλον είναι εξ’ ορισμού η υπέρτατη ανθρώπινη ή συνταγματική αξία, αλλά επειδή, προς το παρόν τουλάχιστον, πρέπει να του δοθεί απόλυτη προτεραιότητα ενόψει των περιβαλλοντικών καταστροφών που έχουν επισυμβεί και των κινδύνων που απειλούν την ίδια την επιβίωση του ανθρώπου και, άρα, κάθε άλλη ανθρώπινη αξία ή έννομο αγαθό. Υπό το πρίσμα αυτό, στη νομολογία του Ε’ Τμήματος συνοψίσθηκαν Δώδεκα Αρχές της Βιώσιμης Ανάπτυξης που διατυπώθηκαν στο βιβλίο «Το Δίκαιο της Βιωσίμου Αναπτύξεως» , το οποίο ουσιαστικά αποτελεί τα πορίσματα της νομολογίας του Ε’ Τμήματος κατά την περίοδο εκείνη. Είναι γεγονός ότι η θεωρία απέδωσε άλλη έννοια στη βιώσιμη ανάπτυξη, με βάση ιδίως τους τρεις πυλώνες της (περιβαλλοντικό, κοινωνικό, οικονομικό), οι οποίοι πρέπει να εναρμονίζονται και να βρίσκονται σε ισορροπία. Αυτό είναι εύκολο στη θεωρία αλλά δύσκολο στην πράξη και, ιδίως, στο στάδιο του δικαστικού ελέγχου, αφού κατά κανόνα ούτε ο Νομοθέτης, ούτε η Διοίκηση προβαίνουν σε οποιαδήποτε επιστημονική τεκμηρίωση των επιπτώσεων των διαφόρων πολιτικών (δάση, χωροταξία, οικιστική και τουριστική ανάπτυξη κ.λπ.) στο περιβάλλον. Αυτό οδήγησε εν τέλει στο να γίνεται αποδεκτή η στάθμιση που έχει γίνει από τη Διοίκηση ή τον νομοθέτη, οσοδήποτε ελλιπής και περιορισμένη, αρκεί να μην είναι προδήλως παράλογη. Ο ακυρωτικός δικαστής, από την απόφαση του Αχελώου (ΣτΕ 26.2014, Ολομέλεια) και μετά, αποφεύγει επιμελώς να πάρει οποιαδήποτε θέση ή να ζητήσει περισσότερη τεκμηρίωση ως προς την ουσία των εριζόμενων επιστημονικών ζητημάτων και των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον. Αντίθετα, αρκείται στις διαβεβαιώσεις της Διοίκησης ότι όλα έχουν εξετασθεί και έχουν καλώς. Η προσέγγιση αυτή, που δεν διακηρύσσεται ρητά αλλά διαφαίνεται κάτω από τις γραμμές και τις πολύπλοκες διατυπώσεις των αποφάσεων, χαρακτηρίζει τη νομολογία της δεκαετίας από το 2000 μέχρι την οικονομική κρίση. Από εκεί και μετά η νομολογία γίνεται πιο ξεκάθαρη και υιοθετεί μια νέα κατεύθυνση. Όχι μόνο η βιώσιμη ανάπτυξη δεν αποτελεί πλέον το πλαίσιο και το όριο μέσα στο οποίο πρέπει να κινούνται οι δημόσιες πολιτικές, αλλά εγκαταλείπεται και η πάγια θεωρία περί ισοτιμίας και συναρμογής των πολλών και διαφόρων συνταγματικών αγαθών. Υπέρτατη έννομη αξία, η οποία ταυτίζεται πλέον με το δημόσιο συμφέρον, είναι η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και μάλιστα με ένα μονοσήμαντο τρόπο, δηλαδή η εξεύρεση των αναγκαίων πόρων για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Αρκεί αυτή η επίκληση, και μάλιστα χωρίς να χρειάζεται ιδιαίτερη τεκμηρίωση ή απόδειξη, για να θεωρηθεί συνταγματικά ανεκτή οποιαδήποτε νομοθετική ή διοικητική παρέμβαση στον τομέα του περιβάλλοντος και όχι μόνο.
Abstract:Sustainable Development– Public Interest The concept of sustainable development or sustainability, which has been enshrined in law at the Rio Earth Summit (1992) and clarified in the Agenda 21, has been interpreted and applied in very different ways in the course of the jurisprudence of the Council of State since 1990. The Vth Chamber of the Hellenic Council of State chaired by Michael Decleris, who met the concept first-hand after having participated at the Rio Summit as a member of the Greek Delegation, has adopted the concept of sustainable development and drafted it with significant decisions. In the course his presidency at the Vth Chamber of the Council of State between 1992 and 2000, the concept of sustainable development becomes virtually identical to the concept of public interest, in the sense that, according to the Rio principles, no public policy can be exercised in a way that destroys, degrades or distorts the natural and cultural environment. And this, not besause the environment is, by definition, the supreme human or constitutional value, but because, at least for the time being, it must be given absolute priority in view of the environmental disasters that have occurred and the dangers that threaten the very survival of man and, therefore, any other human value or legal good. In this respect, the Case Law of the Vth Chamber summarizes the Twelve Principles of Sustainable Development, formulated in the book “The Law of Sustainable Development”, which consists essentially of the conclusions of the Case Law of the Vth Chamber at that time. It is a fact that theory has given another meaning to sustainable development, particularly based on its three pillars (environmental, social, economic), which need to be harmonized and balanced. This is easy in theory but difficult in practice and, especially, at the stage of judicial review, as neither the Legislator nor the Administration carry out any scientific documentation on the impact of various policies (forests, spatial planning, residential and tourism development etc.) on the environment. Eventually the weighting – no matter how incomplete and limited - made by the Administration or the legislator, ends up beeing accepted as long as it is not manifestly absurd. Since the Acheloos Judgement (Decision 26/2014, Plenary), the Court carefully avoids to take any position or to request more documentation regarding the substance of the scientific issues involved and their impact on the environment. On the contrary, it is content with the Administration's assurances that everything has been examined and on the right track. This approach, which is not explicitly pronounced but appearing under the lines and the complicated formulations of the Decisions, characterizes the Jurisprudence of the decade from 2000 to the economic crisis (2010). From then on, the Case Law becomes clearer and adopts a new line. Not only sustainable development is no longer the framework and the limit within which public policies must move, but also the constant theory of equivalence and assemblage of many different constitutional goods is abandoned. Tackling the economic crisis in a unique way, namely to find the necessary resources for servicing public debt, has now become the supreme legal value, that is identified with the public interest. This plea is sufficient, and even without the need for any specific documentation or evidence, so that any legislative or administrative intervention in the domain of the environment and not only that, may be considered constitutionally tolerated.
Περιγραφή:Διπλωματική εργασία - Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών, ΠΜΣ, κατεύθυνση Περιβαλλοντική Διακυβέρνηση και Βιώσιμη Ανάπτυξη, 2018
Περιγραφή:Βιβλιογραφία: σ. 110-114
 
 
Archives to this Item
Archive Type
12PMS_DIE_EUR_SPO_KonstantinidouAl.pdf application/pdf
 
FedoraCommons OAI Library - Information Services, Panteion University