Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:
Η ανάδυση του «κινήματος για την παγκόσμια δικαιοσύνη» ή «κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση», στα τέλη του 1990, διεύρυνε και ανανέωσε το πεδίο μελέτης των νέων κοινωνικών κινημάτων, τα οποία δίνουν έμφαση στην εφαρμογή και πραγμάτωση των μοντέλων κοινωνικής οργάνωσης που προτείνουν. Προεικονίζουν τους επιδιωκόμενους στόχους τους σε αυτά καθαυτά τα μέσα που χρησιμοποιούν, αποβλέποντας να λειτουργήσουν ως ζωντανά αντιπαραδείγματα της κοινωνικής αλλαγής που προτείνουν. Αυτή η αλλαγή πραγματώνεται, ως απόπειρα και πειραματισμός, να συντελεστεί πρώτα εντός του ίδιου του κινήματος και κατ΄επέκταση και στις υπόλοιπες πτυχές της κοινωνικής ζωής, η ριζοσπαστική κοινωνική αλλαγή. Πρόκειται για μια απόπειρα μετασχηματισμού των παραδοσιακών μοντέλων ιεραρχικής οργάνωσης και λήψης αποφάσεων, εντός των κινημάτων και των οργανώσεων τους. Πειραματίζονται πάνω στη δημιουργία εναλλακτικών μορφών οργάνωσης, στη βάση μη ιεραρχικών και οριζόντιων διαδικασιών στη λήψη αποφάσεων, την ομοφωνία και τη συναίνεση, καθώς και την απουσία κάθε είδους διαμεσολάβησης. Το πρόταγμα της συλλογικής δράσης διαπνέεται από τη γενίκευση της αυτοοργάνωσης και της αυτοδιεύθυνσης και το εργαλείο/μέσο του πειραματισμού, αυτού του νέου μοντέλου, είναι η δημιουργία αυτοοργανωμένων κινηματικών δομών/υποδομών, στα πρότυπα που προτάσσουν: αυτοοργάνωση, αυτοδιεύθυνση, άμεση δράση, αλληλεγγύη, μη ιεραρχικές κι οριζόντιες διαδικασίες λήψης αποφάσεων, συναίνεση, συμπερίληψη και πολυμορφία στόχων και μέσων. Οι δομές αυτές δημιουργούνται ως παραδείγματα μιας εναλλακτικής κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας, έξω από τα κυρίαρχα θεσμικά, πολιτισμικά και οικονομικά πλαίσια. Αποπειρώνται έτσι να λειτουργήσουν ως προεικονιστικές πολιτικές , σε μια προσπάθεια να προεικονίσουν στα χρησιμοποιούμενα μέσα τους επιδιωκόμενους σκοπούς. Αποτελούν για τους κινηματικούς δρώντες, τους πυλώνες του ανταγωνιστικού κινήματος, καθώς τις αντιλαμβάνονται ως ανταγωνιστικές αντιθεσμίσεις, έναντι του υπάρχοντος συστήματος. Στο πρώτο μέρος, η μελέτη μου για το ελληνικό ανταγωνιστικό κίνημα βασίζεται στο θεωρητικό μοντέλο του Alberto Melucci, για τα νέα κοινωνικά κινήματα, καθώς θεωρώ ότι αποτελεί την πιο κοντινή προσέγγιση για τη μελέτη του ελληνικού ανταγωνιστικού κινήματος. Ενώ ταυτόχρονα η προσέγγιση του Richard Day, για τα «νεότατα κοινωνικά κινήματα» και τις αναρχικές τάσεις που πολλοί μελετητές διακρίνουν σε αυτά, συμπληρώνουν θεωρητικά αυτή τη νέα διάσταση αυτών των κινημάτων. Στο δεύτερο μέρος αναλύεται η θεωρία της προεικόνισης, μέσα από την ανάλυση διαφόρων μελετητών, για τις απόπειρες αυτών των κινημάτων, να προεικονίσουν στα μέσα που χρησιμοποιούν τους επιδιωκόμενους σκοπούς τους, καθώς και τις επιρροές-σε θεωρητικό / πρακτικό επίπεδο- του αναρχισμού. Στο τρίτο μέρος, ακολουθεί μια σύντομη αναφορά στην διαδρομή του εγχώριου ανταγωνιστικού κινήματος και η παρουσίαση των αυτοοργανωμένων κινηματικών δομών, 2 αντλώντας στοιχεία από το ίδιο το υλικό των δομών και των δράσεων τους, τις θέσεις των κινηματικών δρώντων που συμμετέχουν σε αυτές τις δομές, καθώς και από την πολυετή συμμετοχή μου στο ανταγωνιστικό κίνημα και σε αρκετές δομές, θα επιχειρήσω να παρουσιάσω αυτές τις σημαντικές διαστάσεις των αυτοοργανωμένων κινηματικών δομών ως προεικονιστικών πολιτικών. Βασικός στόχος της παρούσας εργασίας, είναι η διερεύνηση και μελέτη των αυτοοργανωμένων δομών του εγχώριου ανταγωνιστικού κινήματος, καθώς θεωρώ ότι πρόκειται για ένα πεδίο που δεν έχει διερευνηθεί σχεδόν καθόλου. Σε κάθε περίπτωση η πρόθεση μου δεν είναι η άσκηση κριτικής, σε σχέση με την όποια αποτελεσματικότητα, μπορεί κάποιος, ως παρατηρητής, να τους αναγνωρίσει. Πρόθεση μου είναι, η βαθύτερη κατανόηση, τόσο του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας των δομών αυτών, όσο και της σημασίας που ενέχουν για το ίδιο το ανταγωνιστικό κίνημα και τους κινηματικούς δρώντες. Ταυτόχρονα, μέσα από την κεκτημένη εμπειρία, που έχουν αποκομίσει οι συμμετέχοντες σε αυτές τις δομές, να ανιχνεύσω το αποτύπωμα που αφήνουν στους ανθρώπους, που έρχονται σε επαφή με τα αυτοοργανωμένα συλλογικά εγχειρήματα. Μια ακόμη σημαντική διάσταση, θεωρώ ότι αποτελεί η απάντηση, σε ερωτήματα που προκύπτουν γύρω από τους τρόπους οργάνωσης και λειτουργίας των αυτοοργανωμένων δομών του ανταγωνιστικού κινήματος, ποιες είναι οι στοχεύσεις και τα μέσα που χρησιμοποιούν, ποιων ιδεών, πρακτικών και προταγμάτων αποτελούν φορείς, ποια ελλείμματα επιχειρούν να καλύψουν και πως η ύπαρξη τους πραγματώνει στο παρόν τις επερχόμενες κοινωνικές αλλαγές που επιθυμούν και επιδιώκουν (προεικόνιση). Στο πρωτογενές υλικό που χρησιμοποιώ για την ερευνά μου, περιλαμβάνονται δώδεκα ερωτηματολόγια με έξι ερωτήσεις, που επικεντρώνονται: στο μοντέλο οργάνωσης, βάσει του οποίου λειτουργούν οι αυτοοργανωμένες κινηματικές δομές, σε ποιο βαθμό και με ποιο τρόπο ανταποκρίνεται (το μοντέλο αυτό) στις στοχεύσεις της συλλογικότητας στην οποία ανήκει ο κάθε ερωτώμενος, με ποιο τρόπο εντάσσεται στο ευρύτερο ανταγωνιστικό κίνημα, ποιες συλλογικές και ατομικές ανάγκες και επιθυμίες επιχειρεί να καλύψει, πως πιστεύουν ότι η δημιουργία προεικονιστικών εναλλακτικών, μπορεί να επηρεάσει τους ανθρώπους που έρχονται σε επαφή με αυτές και τέλος, με ποιες προκλήσεις και προβληματικές βρίσκονται αντιμέτωπα τα αυτοοργανωμένα εγχειρήματα.
Περίληψη:
The rising of the Alterglobalization Movement or Movement for Global Justice, at the end of 1990, broadened and renewed the field of studies around the New Social Movements. These movements emphasize the implementation and actualization of the social organization models they propose. They prefigurate the objectives pursued by means of becoming the vivid counterexamples of the social changes they propose. These changes are actualized, as an attempt and experiment, for the implementation of the radical social change, first within the movement itself and thereby to other aspects of social life. This is about the attempt to transform the traditional models of hierarchical organization and decision making, within the movements and their organizations. The movements experiment in the creation of alternative aspects of organizing, based at non-hierarchical and horizontal procedures of decision making, the consensus and unanimity, and also the absence of any sort of political mediation. The imperative for collective action is transpired in the generalization of self-organizing and self-management and the tools/means of experimentation with this new model, is the formation of selforganized movement structures/infrastructures, as examples of their imperatives: selforganization, self-management, direct-action, solidarity, nonhierarchical and horizontal decision making, consensus, inclusion and diversity in their means and goals. These structures are the examples of an alternative social and political reality, outside the dominant institutional, cultural and economical contexts. This way they attempt to operate as prefigurative politics, in order to prefigurate in the means they use their striving goals. They consist, for the movement actors, the pillars of the antagonist movement, perceived as antagonist alternative institutions against the existing political, economical and social system. In the first part, my study for the greek antagonist movement is based on the theory of Alberto Melucci in the new social movements, as I consider it the closest approach for the study of the greek antagonist movement. While at the same time Richard Day’s approach about the newest social movements and the influence of the anarchist theory, that many scholars perceive in these movements, compile theoretically the new aspect on these social movements. In the second part, the theory of prefiguration is analyzed through the studies of many scholars, around the attempts of these movements to prefigurate in the means they use their striving goals, as well as the influences, in a theoretical and practical level, of anarchism. In the third part, follows a brief mention on the course of the greek antagonist movement and the presentation of the self-organized movement structures, drawing upon the material of the self-organized structures and their activities and the views of the movement actors participating in these structures, I will try to present these significant aspects of the self-organized movement structures as prefigurative politics. The main goal of my research, is to explore and analyze the self-organized movement structures of the greek antagonist movement, as I believe it is a field that hasn’t been studied in depth. In any case my intention is not to exercise any criticism, relating to the effectiveness, that someone, as an observer, might acknowledge them. My intention is the deeper understanding of the organizational and operational model of these structures, as well as their importance for the antagonist movement and the movement actors. At the same time, through the acquired experience of the participants in these structures, I try to sense the imprint they leave to those people, who interact with the collective self-organized projects. Another important aspect, I consider is the answer to questions, around the ways of organizing and operating, the goals and the means they use, which ideas and practices they promote, which deficits they try to answer and how their presence actualizes in the here and now the forthcoming social changes they desire and aim (prefiguration). The primal material of my study, includes twelve questionnaires with six questions, focusing on: the organizational model of the self-organized structures, the degree and the way this model responds to the goals of each collective the respondent participates, the way each self-organized structure integrates into the antagonist movement, which collective and personal needs and desires they attempt to fulfill, in what way-they believe- the formation of prefigurative alter-structions, may influence the people who interact with them and finally, the challenges and problems the self-organized structures are confronted with.
Περιγραφή:
Διπλωματική εργασία - Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, ΠΜΣ, κατεύθυνση Πολιτική Επιστήμη, 2020