Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:
Η παρούσα εργασία πραγματεύεται την γεωργική και οικιακή απασχόληση στην Ελλάδα. Τα διαθέσιμα δημογραφικά δεδομένα και οι προφορικές μαρτυρίες υποδηλώνουν ότι υπάρχει μεγάλο εργατικό δυναμικό, που αποτελείται κυρίως από γυναίκες και παιδιά. Για τις ανάγκες της εργασίας μελετήθηκε η σχέση δύο μεταβλητών, της μετανάστευσης και των εργατών (οικιακές εργάτριες, αγροτοεργάτες) που και τα δύο αποτελούν παραδοσιακά επαγγέλματα. Για τη συλλογή των ποιοτικών δεδομένων επιλέχθηκε η πρόσωπο με πρόσωπο συνέντευξη βασισμένη σε έναν οδηγό συνέντευξης, με καταγεγραμμένες ερωτήσεις, σύμφωνα με την αρχική υπόθεση, το θεωρητικό πλαίσιο και τις θεματικές ενότητες που πρέπει να καλυφθούν. Οι άξονες του οδηγού συνέντευξης όπως διαμορφώθηκαν μετά την πιλοτική συνέντευξη και είναι τα δημογραφικά στοιχεία (φύλο, ηλικία, τρόπος ζωής στη χώρα προέλευσης, λόγοι που οδήγησαν στη μετανάστευση), οι συνθήκες εργασίας (παροχές, προβλήματα, λήψη οδηγιών και εντολών κ.λπ.) και προτάσεις βελτίωσης της κατάστασης. Με σκόπιμη δειγματοληψία επιλέχθηκαν δύο άτομα, 1 άνδρας και 1 γυναίκα, που πληρούσαν τις προϋποθέσεις προκειμένου να δώσουν συνέντευξη. Οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Δεκεμβρίου 2020. Η ανάλυση των ποιοτικών δεδομένων στηρίχτηκε στη θεματική ανάλυση περιεχομένου που οδηγεί σε ελεγχόμενη και συστηματική κωδικοποίηση των απαντήσεων Σύμφωνα με όσα αναλύθηκαν οι μεταναστευτικές ροές προς την Ελλάδα ήταν περιορισμένες έως τη δεκαετία του 1980 και έγιναν έντονες από τις αρχές τις δεκαετίας του 1990 με την κατάρρευση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και την πτώση του καθεστώτος στην Αλβανία. Οι μετανάστες απασχολούνται σε δραστηριότητες χαμηλής ειδίκευσης ή ανειδίκευτες, χειρωνακτικές (στον αγροτικό τομέα ή στον τομέα των υπηρεσιών) με χαμηλές αμοιβές, ελαστικά ωράρια χωρίς ασφάλιση και άλλες παροχές. Η ένταξή τους μπορεί να γίνει αντιληπτή μέσω του δίπολου που κυμαίνεται ανάμεσα στα δικαιώματα και την απαγόρευση από τη μία και την πολιτισμική επαφή (ελπίδα και (αν)ασφάλεια) από την άλλη. Βιώνουν κοινωνικό αποκλεισμό. Το κράτος ωθεί τα άτομα προς την ένταξη αντί να παρέχει υπηρεσίες ως αντίβαρο στις κοινωνικές ανισότητες. Έμμεσα ο εργασιακός χώρος μετατρέπεται σε χώρο κοινωνικού αποκλεισμού και διαμόρφωσης τρόπων υποταγής στους εργοδότες. Η οικιακή εργασία χαρακτηρίζεται από έλλειψη δικαιωμάτων και κύρους και ασαφώς προκαθορισμένα καθήκοντα που καθιστούν τις εργαζόμενες μετανάστριες ευάλωτο εργατικό δυναμικό και αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους εργοδότες. Λόγω των δυσκολιών πρόσβασης συνδέονται με άτυπα οικονομικά και πολιτισμικά δίκτυα προστασίας της παραοικονομίας που εγκλωβίζουν τις γυναίκες σε μηχανισμούς διαβίωσης και κάνουν τη μελλοντική τους ένταξη σχεδόν αδύνατη. Ο εργοδότης είναι ο κύριος υπεύθυνος για την κοινωνική και ιατρική ασφάλιση των μεταναστριών εργατριών. Η εργαζόμενη πολλές φορές δεν έχει κοινωνικά δικαιώματα στον εργασιακό χώρο αλλά ούτε και την επιλογή άλλου εργοδότη. Η κατάσταση αυτή καταδεικνύει υποβόσκουσα κοινωνική, συναισθηματική ή άλλη μορφή σύνδεσης της οικιακής εργάτριας με τους εργοδότες με παντελή έλλειψη ορίων εργασίας και απασχόλησης. Τέλος, οι έντονες διαρθρωτικές αλλαγές στις τοπικές αγορές της ελληνικής επαρχίας συνέβαλαν στην αυξημένη εποχική εργασία που προσέλκυσε μεγάλο πληθυσμό ανδρών μεταναστών. Η ζήτηση για άτυπη εργασία «ανειδίκευτου» εργατικού δυναμικού, ευέλικτου και χαμηλού κύρους αυξήθηκε. Παράλληλα η προσφορά στην Ελληνική οικονομία είναι συμπληρωματική στην αγοράς εργασίας του ελληνικού εργατικού δυναμικού καθώς εργάζονται σε θέσεις που δεν επιθυμούν και δεν αποδέχονται οι Έλληνες εργαζόμενοι
Abstract:
The current thesis deals with the agricultural and domestic employment of migrants in Greece. The available demographic data as well as the interviews suggest that there is a large workforce, consisting mainly of women and children. For the needs of the thesis, the relationship between two variables, migration and workers (domestic and agricultural workers) was studied, both of which are traditional occupations. For the collection of qualitative data, the face-to-face interview was selected based on an interview guide, with questions according to the initial hypothesis, the theoretical framework and the thematic units had to be covered. The axes of the interview guide as formed after the pilot interview are the demographic data (gender, age, lifestyle in the country of origin, reasons that led to migration), working conditions (benefits, problems, receiving instructions and orders, etc.) and suggestions for improving the situation. It was implied intentional sampling and two people, 1 man and 1 woman, who met the sampling requirements of the interview were selected. The interviews took place in the second half of December 2020. The analysis of the qualitative data was based on the thematic content analysis which leads to a controlled and systematic coding of the answers. According to the analysis, migratory flows to Greece were limited until the 1980s and intensified from the early 1990s with the collapse of the former Soviet Union and the fall of the regime in Albania. Immigrants are employed in low-skilled or unskilled activities, manually performed (in the agricultural or service sector) with low wages, flexible working hours without insurance or other benefits. Their inclusion can be perceived through the dipole that oscillates between rights and prohibition on the one hand and cultural contact (hope and (un)security) on the other. They experience social exclusion. The state pushes individuals towards inclusion instead of providing services as a counterweight to social inequalities. Indirectly, the work place becomes a place of social exclusion and formation of submission ways to employers. Domestic work is characterized by lack of rights and prestige and unclear predetermined tasks that make migrant workers vulnerable and exploited by employers. Due to access difficulties, they are linked to informal economic and cultural networks to protect the informal economy, trapping women in livelihoods and making their future inclusion almost impossible. The employer is primarily responsible for the social and medical insurance of migrant workers. The employee has often no social rights in the workplace not even the choice of another employer. This situation demonstrates an underlying social, emotional or other form of connection of the domestic worker with the employers with a complete lack of work and employment boundaries. Finally, the intense structural changes in the local markets of the Greek province contributed to the increased seasonal work that attracted a large population of male immigrants. Demand for informal work of “unskilled”, flexible and low-profile workforce has increased. At the same time, the offer to the Greek economy is complementary to the labor market of the Greek workforce as they work in positions that Greek employees do not want and do not accept.