Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:
Η εταιρική διακυβέρνηση είναι ένα ταχέως αναπτυσσόμενο ακαδημαϊκό και ερευνητικό θέμα. Ο κύριος στόχος αυτής διπλωματικής εργασίας είναι η διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στην εταιρική διακυβέρνηση και στην εταιρική αποδοτικότητα και συγκεκριμένα στην τραπεζική αποδοτικότητα όπως αυτή αξιολογείται από τους δείκτες απόδοσης του μέσου ενεργητικού (ROAA), απόδοσης του μέσου μετοχικού κεφαλαίου (ROAE), καθαρού περιθωρίου επιτοκίου (NIM) και προ – φόρων λειτουργικού εισοδήματος (PTOI). Μελετάται μια από τις μεγαλύτερες και πιο ανεπτυγμένες οικονομίες παγκοσμίως, αυτή του Ηνωμένου Βασιλείου και εφόσον στο βαθμό που μπορούμε να γνωρίζουμε δεν έχει γίνει άλλη εμπειρική έρευνα τέτοιου είδους στόχος της είναι ο εμπλουτισμός της υφιστάμενης βιβλιογραφίας. Η μελέτη περίπτωσης αφορά τις τράπεζες στο Ηνωμένο Βασίλειο οι οποίες ανέρχονται σε 64 στον αριθμό για μια περίοδο από το 2011 έως και το 2016. Το μοντέλο συσχέτισης που χρησιμοποιείται είναι OLS (fixed assets within estimator) και εφαρμόζεται επί των μεταβλητών του αριθμού του διοικητικού συμβουλίου, του ποσοστού των μη εκτελεστικών και ανεξάρτητων μελών, του ποσοστού των γυναικών και των ξένων μελών αυτού, της ύπαρξης ελέγχου των οικονομικών στοιχείων από μια Big4 ελεγκτή εταιρία καθώς και του αριθμό των συνεδριάσεων που πραγματοποιεί το διοικητικό συμβούλιο σε κάθε εταιρική χρήση. Τα εμπειρικά ευρήματα υποστηρίζουν ότι υπάρχει σημαντική θετική σχέση μεταξύ του αριθμού του διοικητικού συμβουλίου και της αποδοτικότητας τόσο του ενεργητικού όσο και μετοχικού κεφαλαίου. Επίσης σημαντική θετική σχέση υπάρχει μεταξύ του ποσοστού των ξένων διευθυντικών στελεχών και της αποδοτικότητας του μετοχικού κεφαλαίου καθώς και της καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου. Θετική σχέση φαίνεται να έχει ο αριθμός του διοικητικού συμβουλίου στο προ φόρου λειτουργικό εισόδημα, το ποσοστό των μη εκτελεστικών μελών και των ανεξάρτητων μελών στο καθαρό επιτοκιακό περιθώριο. Ωστόσο η έρευνα καταλήγει στο ότι η συμβολή των μη εκτελεστικών μελών στην αποδοτικότητα του ενεργητικού είναι αρνητική δημιουργώντας προβληματισμό για τα τυχόν μη επιθυμητά αποτελέσματα από το υψηλό ποσοστό αυτών σε σχέση με το σύνολο του διοικητικού συμβουλίου. Θετική επίδραση φέρεται να έχει η διαφοροποίηση του διοικητικού συμβουλίου ως προς το φύλο και την εθνικότητα καθώς και η ανάθεση του ρόλου του ελεγκτή της τράπεζας σε μια εκ των τεσσάρων μεγάλων ελεγκτικών εταιριών. Τέλος το αποτέλεσμα αυτής της έρευνας απέτυχε να εντοπίσει στατιστικά σημαντική επίδραση του αριθμού των συνεδριάσεων που το διοικητικό συμβούλιο πραγματοποιεί σε κάθε εταιρική χρήση και να εξαιρέσει το διττό ρόλο του Διευθύνοντος Συμβούλου και του προέδρου από το ίδιο πρόσωπο λόγω πολυσυγγραμικότητας. Όλα τα εμπειρικά αποτελέσματα αυτής της διατριβής έχουν παραχθεί έχοντας ληφθεί υπόψη στο εμπειρικό μοντέλο η όποια δραστηριότητα Εξαγορών ή Συγχωνεύσεων, το μέγεθος της κάθε τράπεζας, καθώς και η κεφαλαιακή επάρκεια. Συνολικά, τα παραγόμενα αποτελέσματα υποστηρίζουν τη θετική επίδραση της εταιρικής διακυβέρνησης στην τραπεζική αποδοτικότητα και καταδεικνύουν την ανάγκη περεταίρω εφαρμογής του ρυθμιστικού πλαισίου. Επιπλέον, οι εταιρίες που διοικούνται με αποτελεσματικό τρόπο, χρηματοπιστωτικές ή μη, συμβάλουν σε μια πιο αποτελεσματική και δίκαιη κατανομή των οικονομικών πόρων εντός της παγκόσμιας οικονομίας. Ως εκ τούτου, η κατανόηση της έννοιας «εταιρική διακυβέρνηση» τόσο μέσα από τη θεωρία και το κανονιστικό της πλαίσιο όσο και μέσα από την εμπειρική μελέτη συντελεί σημαντικά στην αποτελεσματικότερη διοίκηση των επιχειρήσεων.
Abstract:
Corporate Governance is a rapidly developing academic and research topic. The main objective of this diplomatic work is to investigate the relationship between corporate governance and corporate efficiency, in particular banking efficiency as assessed by return on average assets (ROAA), return on average equity (ROAE,) net interest margin (NIM) and Pre - tax Operating Income (PTOI). One of the largest and most advanced economies in the world, the United Kingdom is being studied, and if we can know that no previous empirical research has been made, such an objective is to enrich the existing literature. The case study is for banks in the United Kingdom, which are 64 in number for a period from 2011 to 2016. The correlation model used is OLS (fixed assets within estimator) and applies to the variables of the number of the board, the percentage of non-executive and independent members, the percentage of women and foreign members, the control of financial data by a Big4 auditor, and the number of meetings held by the Board of Directors in each corporate year. Empirical findings support that there is a significant positive relationship between the number of the board of directors and the profitability of both assets and equity. There is also a significant positive relationship between the percentage of foreign managers and the return on equity and the net interest margin. A positive relationship appears to be the number of the board of directors in pre-tax operating income, the percentage of non-executive members and independent members in the net interest margin. However, the research concludes that the contribution of non-executive members to asset efficiency is negative, raising concerns about any undesirable results from the high proportion of non-executive members in relation to the board of directors. Gender diversity and nationality have been positively affected, as well as the role of the bank's auditor in one of the four large audit firms. Finally, the result of this survey failed to identify a statistically significant impact of the number of meetings that the board made in each corporate use and to exclude the dual role of the CEO and the Chairman from the same person due to multicollinearity. All the empirical results of this thesis have been produced taking into account in the empirical model any of the Acquisitions or Mergers, the size of each bank, and capital adequacy. Overall, the results produced support the positive contribution of corporate governance on banking efficiency and demonstrate the need for further implementation of the regulatory framework. In addition, companies that are effectively managed, financial or other, contribute to a more efficient and fair allocation of financial resources within the global economy. Therefore, understanding the concept of "corporate governance", both through its theory and regulatory framework and through empirical study, significantly contributes to more effective business administration.
Περιγραφή:
Διπλωματική εργασία - Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης, ΠΜΣ, κατεύθυνση Ελεγκτική και Φορολογία, 2017