Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:
Η μετανάστευση προς τις ευρωπαϊκές χώρες δεν αποτελεί «καινούργιο» φαινόμενο. Ωστόσο, η βαθμιαία αύξηση των εισερχόμενων ανθρώπων στον ευρωπαϊκό χώρο, η οποία κορυφώθηκε το 2015 με την είσοδο περισσότερων από 1.110.000 ατόμων, ορίζεται ως «προσφυγική-μεταναστευτική κρίση». Ο ορισμός αυτός ακολούθησε την πολιτικοποίηση της αναγκαστικής μετανάστευσης και την αναγωγή της σε ζήτημα ασφάλειας (ασφαλειοποίηση). Η Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζει, την λειτουργία της στη διατήρηση της ζώνης ελεύθερης κυκλοφορίας, γνωστής ως ζώνης Schengen, συνεπώς η πρόκληση , των μαζικών μετακινήσεων των αιτούντων/σών άσυλο επηρεάζει άμεσα την πολιτική διαχείρισης των εξωτερικών συνόρων της και βρίσκει σύμμαχο τα κράτη μέλη τα οποία ανησυχούν τόσο για το απαραβίαστο των εθνικών τους συνόρων όσο και για τον έλεγχο του πληθυσμού εντός αυτών. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕ ανέπτυξε πολιτικές διαχείρισης της «κρίσης», στοχεύοντας στην ισορροπία μεταξύ της ασφάλειας των μετακινούμενων πληθυσμών και της ασφάλειας των εξωτερικών της συνόρων (safety/security nexus) ενώ προσπαθεί, χωρίς μεγάλη επιτυχία μέχρι τώρα, να «κοινοτικοποιήσει» την πολιτική ασύλου. ια την εξέταση της ασφάλισης των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ ως αποτέλεσμα της αναγωγής του προσφυγικού-μεταναστευτικού ζητήματος σε ζήτημα ασφάλειας και τον ρόλο του φύλου σε αυτό, χρησιμοποιήθηκαν μεταθετικιστικές, κριτικές και φεμινιστικές προσεγγίσεις. Η συγγραφέας συνέλεξε δευτερογενή βιβλιογραφία για τις εξελίξεις την οποία ανέλυσε κάνοντας χρήση θεωριών των Διεθνών Σχέσεων (Σχολή Κοπεγχάγης, Σχολή Παρισιού), πολιτικής φιλοσοφίας (Derrida, Foucault) καθώς και φεμινιστικών θεωριών (Butler, Ortner, Elshtain κ.ά.). Η έρευνα οροθετήθηκε χρονικά στην περίοδο 2015-2022 και γεωγραφικά εστίασε στην περιοχή της Μεσογείου. Πραγματοποιώντας μια έμφυλη ανάγνωση των εμπειριών των μετακινούμενων πληθυσμών, η έρευνα επικεντρώνεται κυρίως στις εμπειρίες των γυναικών, μέσα από την εξέταση των τριών διαδρομών της Μεσογείου, οι οποίες καταλήγουν στα ευρωπαϊκά εξωτερικά σύνορα της Ελλάδας, της Ιταλίας και της Ισπανίας, καθώς και της παραμονής τους στα hotspots και σε άλλες δομές «υποδοχής και ταυτοποίησης». Συμπερασματικά, καταγράφεται μια συνεχής σύγκρουση της «παραδοσιακής», κρατοκεντρικής προσέγγισης της ασφάλειας με την «ανθρώπινη ασφάλεια». Μέσα από την εργασία αναδεικνύεται ότι οι πρακτικές καθώς και τα αποτελέσματα της κρατοκεντρικής ασφάλειας -ακόμα και των «ανθρωπιστικών παρεμβάσεων» που επιχειρούνται- έχουν έντονα έμφυλη διάσταση. Εκ του αποτελέσματος διαφαίνεται ότι το βάρος «γέρνει» προς την ασφάλιση των εξωτερικών συνόρων, υπονομεύοντας με τον τρόπο αυτό, την ασφάλεια των ανθρώπων κάτι που αποτελεί πλήγμα για την Ένωση η οποία επιθυμεί να καταστεί «αξιακή δύναμη» (normative power) διεθνώς.
Abstract:
The phenomenon of immigration towards certain European countries cannot be considered a "new" one. However, the gradual increase in the number of people entering Europe, which reached a peak in 2015 with the entry of more than 1.110.000 people, has been defined as a "refugee-migration crisis". As a result, forced migration became a core issue for European politics as well as a security issue (securitization of migration). Since the European Union wishes to maintain its status as a free movement area, also known as the Schengen area, mass movement of asylum seekers arriving in the EU has proved to be a challenge regarding the management policy of its external borders. Member states share this concern as they share a two-dimensional interest: one dimension concerns the security of their national borders while the other focuses on controlling the population in their territorialities. Within this context, the EU has developed several "crisis" management policies, aiming at successfully managing both the safety of mobile populations and the security of its external borders (safety / security nexus). At the same time, it makes efforts to “communitize" asylum policy. Adopting post-positivist, critical and feminist approaches, this study discusses how the security of the EU borders is connected to the construction of the refugee-migration issue as a security issue. This particular thesis is not only based on secondary literature but it also draws on Securitization Theory (Copenhagen School and Paris School), on various political philosophical views (Derrida and Foucault) and on feminist theories (especially Butler, Ortner, Elshtain). The research covers a period of 8 years, namely from 2015 to 2022 and it focuses on the Mediterranean region. It mainly takes into consideration the experiences of female asylum seekers who follow the three Mediterranean routes which end at the European external borders of Greece, Italy and Spain. It also analyses their experiences during their stay in hotspots and in Centers for Temporary Residence of Immigrants (CETI). The present thesis concludes that a constant conflict between the "traditional", state-centric approach to security and the notion and praxis of "human security" has always been in existence. It also illustrates that the practices as well as the results of state-centric security (even when it comes to "humanitarian interventions") are not gender neutral. Finally, it depicts the fact that the security of the external borders of the EU outweighs – in terms of importance and/or prioritization – the security of the people on the move, a fact that challenges the EU in its efforts to become an international "normative power".