Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:
Το πρωταρχικό θεωρητικό και ερευνητικό ενδιαφέρον της διατριβής έγκειται στο πώς αναδύεται και διατηρείται η αποσχιστική συλλογική δράση. Δεδομένης της ρητής ή σιωπηρής παραδοχής στη σχετική βιβλιογραφία ότι η συλλογική δράση σε τέτοιου τύπου κινήματα απαιτεί μια μορφή συμμαχίας μεταξύ των «μαζών» και σημαντικών τμημάτων των «ελίτ», το ερευνητικό ερώτημα διαμορφώνεται ως εξής: πώς οι ελίτ συνδέονται με τις «μάζες» σε περιπτώσεις αποσχιστικών κινημάτων;. Τα αποσχιστικά κινήματα συνήθως μελετώνται στα πλαίσια των βιβλιογραφιών του εθνικισμού ή/και της εθνοτικής κινητοποίησης. Η διατριβή διερευνά εξαντλητικά (και συγκροτεί τυπολογίες) θεωριών του εθνικισμού, της εθνοτικής κινητοποίησης και της απόσχισης· οι «κλασικές» θεωρίες των παραπάνω φαινομένων εστιάζουν στον προσδιορισμό των δομικών, κοινωνικών ή πολιτικών συνθηκών που καταστούν πρόσφορη την ανάδυση εθνικιστικών ή εθνοτικών επιδιώξεων, όμως, η μετάβαση στη συλλογική φράση και οι δυναμικές της κινητοποίησης παραμένουν εν πολλοίς ανεξερεύνητες. Πιο κατάλληλες να αποτιμήσουν αυτά τα ζητήματα είναι διάφορες (πιο πρόσφατες) προσεγγίσεις που εστιάζουν στην κοινωνική δράση και εδράζουν τις εξηγήσεις τους στο ρόλο των ταυτοτήτων, των ιδεολογιών, των ατομικών συμφερόντων και, πρωτίστως, στους ανταγωνισμούς μεταξύ των ελίτ. Κάποιες ελλείψεις αυτών των εξηγήσεων είναι ότι περιορίζονται στον προσδιορισμό μικρο-κοινωνικών αναγκαίων συνθηκών για την εκδήλωση της συλλογικής δράσης και, κυρίως, ότι υπερτονίζουν το ρόλο των ελίτ. Ο αναλυτικός προσανατολισμός της διατριβής τοποθετείται εγγύτερα σε μια μικρή υποκατηγορία προσεγγίσεων των εθνικιστικών και εθνοτικών κινημάτων που χρησιμοποιούν έννοιες από το πεδίο των κοινωνικών κινημάτων (πολιτικές ευκαιρίες, πλαισιώσεις, κλπ). Παρ΄ όλα αυτά, διαφοροποιείται από αυτές τις μελέτες υιοθετώντας την ερευνητική ατζέντα του έργου Dynamics of Contention (DOC) των C. Tilly, S. Tarrow και D. McAdam (2001). Το DOC ασκεί κριτική στην «κλασική ατζέντα» της έρευνας κοινωνικών κινημάτων για το ότι παράγει «στατικές» αναλύσεις που δεν αποτιμούν επαρκώς τον θεμελιωδώς σχεσιακό χαρακτήρα της συγκρουσιακής πολιτικής· το DOC δίνει έμφαση σε κοινωνικές σχέσεις, αλληλεπιδράσεις και δυναμικές, επιδιώκοντας να τις αποτυπώσει αναλυτικά μέσα από συγκεκριμένους αιτιώδεις, κοινωνικούς μηχανισμούς. Η διατριβή όχι απλά υιοθετεί το πλαίσιο του DOC για την ανάλυση αποσχιστικών κινημάτων, αλλά και προτείνει ένα σύνολο πέντε μηχανισμών (εξ αυτών που προτείνονται στο DOC). Συγκεκριμένα, αυτοί είναι οι εξής: «ενεργοποίηση/απενεργοποίηση ορίων», «συλλογική απόδοση ευκαιριών/απειλών», «κοινωνική ιδιοποίηση», «γεφύρωση πλαισίων» και «μεσιτεία». Έτσι, η υπόθεση που διερευνάται είναι το κατά πόσον αυτοί οι πέντε μηχανισμοί μπορούν να εξηγήσουν την εκδήλωση και διατήρηση αξιόμαχης αποσχιστικής κινητοποίησης, με άλλα λόγια κατά πόσον μπορούν να εξηγήσουν την διεξαγωγή συντονισμένης, παρατεταμένης συλλογικής δράσης ελίτ και «μαζών» σε περιπτώσεις αποσχιστικών κινημάτων. Αυτή η υπόθεση ελέγχεται μέσα από την συγκριτική εξέταση δύο σχετικά υπο-μελετημένων αποσχιστικών κινημάτων, αυτό των Παπούα στην Ινδονησία και εκείνο των Ορόμο στην Αιθιοπία. Προσδιορίζεται το περιεχόμενο και οι πιθανές εκδηλώσεις των πέντε μηχανισμών, έτσι ώστε να καταστεί παρατηρήσιμη η ενεργοποίησή τους · εν συνεχεία, προτείνεται μια πενταβάθμια τακτική κλίμακα, ώστε να καταστεί δυνατή η αποτίμηση της αποτελεσματικότητας των πέντε μηχανισμών. Προχωρώντας στην περιοδολόγηση των δύο κινημάτων, παράγονται περισσότερες παρατηρήσεις της «λειτουργίας» των πέντε μηχανισμών. Η κύρια παρατήρηση της συγκριτικής ανάλυσης είναι ότι σε περιόδους εντεινόμενης και μαζικής συλλογικής δράσης, η από κοινού λειτουργία των μηχανισμών είναι πιο ορατή και πιο αποτελεσματική, και αντιστρόφως. Άρα, ενώ η άρθρωση αποσχιστικών (αλλά και εθνικιστικών ή εθνοτικών) αξιώσεων από οργανώσεις είναι σχετικά ευχερής, η ανάδυση μαζικής και αξιόμαχης διεκδικητικής δράσης είναι δυσχερέστερη και απαιτεί εξήγηση· μια τέτοια αποτελεί το προτεινόμενο σύνολο μηχανισμών το οποίο αποτυπώνει τις αλληλεπιδράσεις ελίτ και «μαζών» κατά τη συλλογική δράση. Η εξήγηση της αποσχιστικής κινητοποίησης δεν χρειάζεται να βασίζεται στα συμφέροντα των ελίτ και τη χειραγώγηση που ασκούν· μια εξήγηση που εστιάζει στις πολυδιάστατες σχέσεις δρώντων από τις τάξεις των ελίτ και των «μαζών» (σχέσεις που αποτυπώνονται αναλυτικά μέσω των προτεινόμενων μηχανισμών) φαίνεται περισσότερο γόνιμη και κοινωνικά γειωμένη.
Abstract:
The primary theoretical and research interest of the dissertation is in how separatist collective action emerges and is sustained. Given the tacit agreement in the relevant literature that collective action in this type of movements necessitates a form of coalition between “publics” and considerable parts of the “elites”, the research question was formulated as ”how publics connect with elites in cases of separatist movements?”. Separatist movements have usually been studied within the frames of the literatures of nationalism and/or of ethnic mobilization. The dissertation examines exhaustively (and forms typologies of) theories of nationalism, ethnic mobilization and separatism; the “classical” theories of the above phenomena seek to specify the structural, social or political conditions that are conducive to the emergence of nationalist/ethnic aspirations. However, the transition to political struggle and the dynamics of mobilization remain for the most part a black box. More suitable to address such concerns are (more recent) theories and approaches that focus more on social agency and base their explanations on the role of identities, ideologies, individual interests and, mainly, on elite antagonisms (“elite manipulation”). Some drawbacks of these explanations are that they do not go beyond the specification of micro-social necessary conditions for the emergence of collective action and, most importantly, that they over-emphasize the role of elites. This dissertation’s analytical orientation is closer to a small subset of “social agency approaches” of nationalist/ethnic movements that employ concepts from the social movements’ field (political opportunity structures, framing, etc). However, it differentiates from this subset of analyses by adopting the research agenda of Dynamics of Contention (DOC), co-authored by C. Tilly, S. Tarrow and D. McAdam (2001). DOC criticizes the “classic agenda” of social movements’ research for producing “static” analyses that do not assess adequately the fundamentally relational character of contentious politics; DOC puts emphasis on social relations, interactions and dynamics and, critically, seeks to capture them analytically through concrete social mechanisms. One point of originality of the dissertation is that not only it adopts the DOC framework for the analysis of separatist movements, but it also employs a specific set of five causal mechanisms (among those proposed by DOC), namely “boundary activation/deactivation”, “attribution of opportunity/threat”, “social appropriation”, “frame bridging” and “brokerage”. Thus, it puts forward the hypothesis that these five mechanisms can jointly explain the emergence of effective, separatist mobilization, i.e. that they can explain the emergence of coordinated, sustained collective action of publics and elites in cases of separatist claim-making. This hypothesis is tested through the comparative examination of two relatively under-researched separatist movements, the West Papuan in Indonesia and that of the Oromo in Ethiopia. The content and the possible manifestations of the five mechanisms are specified, so that their function is observable; then, a five-point ordinal scale is proposed, in order to assess the effectiveness of their function. By proposing a periodization of each of the two movements, more observations of the operation of the five mechanisms are produced. The core observation of the comparative analysis is that in periods of heightened collective action the joint operation of the five mechanisms is more observable and more effective, and vice versa. Thus, whereas the articulation of separatist (as well as nationalist or ethnic) claims by organizations is relatively unproblematic, the emergence of massive, effective contentious action needs explanation: and this can be provided by the proposed set of five mechanisms that captures the interactions of elites and publics in collective action. Therefore, the dissertation concludes that the hypothesis put forward is plausible. The explanation of the emergence of separatist mobilization does not need to rest primarily on elite interests and elite manipulation; rather, an explanation that focuses on the multifaceted connections and relations (analytically represented and codified through the proposed mechanisms) between various actors of “elites” and “publics”, seems more fruitful and socially grounded.
Περιγραφή:
Διατριβή (διδακτορική) - Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, 2011