Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:
Αντικείμενο της παρούσας διατριβής αποτέλεσε η μελέτη, με τη χρήση της έννοιας «αναπαράσταση», της ιστορίας και της φιλοσοφίας των περιβαλλοντικών επιστημών όπως οι επιστήμες αυτές αναδείχθηκαν και αναπτύχθηκαν κατά την αρχαιότητα. Πιο συγκεκριμένα, χρησιμοποιώντας τις έννοιες της θεωρίας των αναπαραστάσεων, επιχειρήθηκε η προσέγγιση της συνάφειας η οποία αναπτύχθηκε ανάμεσα στα «ευρήματα», αφενός μεν της μυθικής σκέψης και της πρώιμης φιλοσοφικής προσέγγισης των περιβαλλοντικών προβλημάτων αφετέρου δε της ορθολογικής αντιμετώπισης και τοποθέτησης των προβλημάτων αυτών από την κλασσική κυρίως αρχαιότητα. Η προσέγγιση αυτή δεν περιορίστηκε μόνο στη σχέση και στην αλληλεπίδραση των περιβαλλοντικών αναπαραστάσεων αλλά επεκτάθηκε και στην επίδραση την οποία άσκησε μεταγενέστερα στην ανάπτυξη των περιβαλλοντικών επιστημών όπως τις γνωρίζουμε σήμερα. Μέσα από την εξέταση των συνθηκών οι οποίες ανέδειξαν αρχικά τη μυθική τοποθέτηση των περιβαλλοντικών προβλημάτων αναζητήθηκε η επίδραση την οποία άσκησε η μυθική σκέψη και ταξινόμηση του «συνολικού φυσικού χώρου» τόσο στη φυσική φιλοσοφία όσο και στις μετα-Σωκρατικές φιλοσοφικές σχολές. Το έναυσμα για την εκπόνηση της παρούσας διατριβής, εδόθη κυρίως από τις αναπαραστατικές προσεγγίσεις αναφορικά με μεγάλα περιβαλλοντικά ζητήματα, αφενός της αρχαίας Ελληνικής μυθολογίας-κοσμογονίας όπως περιγράφεται κυρίως από τον Ησίοδο και αφετέρου της φυσικής φιλοσοφίας τόσο της προ-Σωκρατικής όσο και της μετα-Σωκρατικής περιόδου. Όσον αφορά την πρώτη προσέγγιση, τα ερωτήματα ήταν κατά πόσο οι μυθικές αναφορές σε, θεούς-ημίθεους, γίγαντες-τιτάνες, ανθρωπόμορφα πτερωτά ή όχι όντα, σε δεσπότες-κυρίαρχους του συνολικού φυσικού χώρου και των φυσικών φαινομένων του χώρου αυτού, μπορούσαν να αποδοθούν σε μυθοπλασίες οι οποίες κατά τη φιλολογική ερμηνεία αποτελούσαν απλά μια μορφή διαπαιδαγώγησης, ως δημιούργημα της ανθρώπινης συνείδησης, ή μήπως μέσα από τη μυθική σκέψη αναδύεται η συνάφεια της μυθικής ταξινόμησης του «κόσμου» τόσο με γνωστά περιβαλλοντικά ζητήματα όσο και με την πιθανή «μεταφορά» ιστορικής περιβαλλοντικής μνήμης. Όσον αφορά τη δεύτερη προσέγγιση, τα ερωτήματα ήταν μέσα από ποιες νοητικές διαδικασίες έγινε το πέρασμα στην ορθολογική αντιμετώπιση των φυσικών φαινομένων καθώς επίσης μέσα από ποια γνώση ανεπτύχθησαν θεωρίες ερμηνείας περιβαλλοντικών φαινομένων. Η γνωσιοθεωρία των αρχαίων Ελλήνων στοχαστών, ως μοχλός «ιχνηλάτησης», χρησιμοποιήθηκε για να ερμηνευτούν οι διάφορες προσεγγίσεις τους και χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η «αλληγορία του σπηλαίου» του Πλάτωνος καθώς θέτει το ερώτημα αν ένας διανοητής του μεγέθους του Πλάτωνος μέσα από την περιγραφή του για το «σπήλαιο» απλά και μόνο αναφερόταν, κατά τη φιλολογική ερμηνεία, στο συμβολισμό της «αισθητής πραγματικότητας» και της σπουδαιότητας της παιδείας ή μήπως μέσα από την αλληγορία του σπηλαίου ο Πλάτων μας οδηγεί στην τριπλή αναπαράσταση Α Β Γ κατά το σχήμα: Ιδέες Α: αντικείμενα (φαινόμενα) Β: γνώση (έννοιες - παραστάσεις) Γ: σύμβολα (π.χ. άνεμος). Στη βάση αυτής της αρχικής γνωσιοθεωρικής προσέγγισης έγινε η δόμηση της εργασίας, η οποία καθορίστηκε από το αντικείμενο μελέτης μας και αποτελείται από οκτώ κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο, ως εισαγωγή, παρουσιάζει το γενικό πλαίσιο της μεταβατικής περιόδου μιας κοινωνίας, η οποία απέδιδε ιδιαίτερο σεβασμό στο περιβάλλον, από τη μυθική σκέψη σε ένα φιλοσοφικό τρόπο σκέψης και στην αναζήτηση της γνώσης των φυσικών περιβαλλοντικών προβλημάτων ως μια επαναστατική διαδικασία και όχι απλά ως μια διαδικασία απομυθοποίησης, από μια κοινωνία η οποία μετεξελίσσεται από κλειστή σε ανοιχτή. Η μετεξέλιξη αυτή γίνεται με τη διατύπωση πρωτότυπων ιδεών τόσο για την ίδια όσο και για τον περιβάλλοντα χώρο της, με τη διατύπωση ερωτημάτων σχετικά με το «τι είναι η φύση» ή «ποια είναι η σχέση της φύσης με τον άνθρωπο». Στο δεύτερο κεφάλαιο, γίνεται αναφορά στις έννοιες της αίσθησης, της αντίληψης, της αναπαράστασης και της γνώσης. Αναδεικνύεται η παρουσία της έννοιας «αναπαράσταση» ήδη από την αρχαιότητα ως το «παραστατό», ενώ γίνεται σύντομη αναφορά σε στοιχεία της σύγχρονης θεωρίας των αναπαραστάσεων και διαπραγμάτευση της αναπαράστασης σε σχέση με τις έννοιες της αίσθησης και της αντίληψης. Η εκτενής αναφορά όσον αφορά στην καταγραφή εννοιών όπως η «αίσθηση» και η «αντίληψη» αναφορικά με τις απόψεις των αρχαίων φιλοσόφων κρίθηκε απαραίτητη ώστε να είναι δυνατή η κατανόηση της «φυσικής φιλοσοφίας» τους. Μια μορφή κλειδί, που φέρεται από τους ψυχολόγους, είναι ότι τα ανθρώπινα όντα κατασκευάζουν διανοητικά μοντέλα για τον περιβάλλοντα κόσμο τους, οι καινούργιες αυτές εμπειρίες κατανοούνται και ερμηνεύονται σε σχέση με υπάρχοντα διανοητικά μοντέλα ή σχήματα. Αντίληψη λέμε ένα μεγάλο αριθμό ενεργειών που γίνονται μέσα στο μυαλό και έτσι μπορεί αυτό να έχει γνώση του εξωτερικού κόσμου. Το τρίτο κεφάλαιο αφορά τις «περιβαλλοντικές αναπαραστάσεις» και διερευνά την ανάπτυξη εννοιών αναφορικά με την αναπαράσταση γενικότερα, ως αποτύπωση φαινομένων, αλλά και την «αναπαράσταση περιβαλλοντικών φαινομένων» ειδικότερα. Η έννοια «αναπαράσταση» στα φυσικά περιβαλλοντικά φαινόμενα μπορεί να θεωρηθεί ως πράξη και αποτέλεσμα της λέξης «αναπαριστώ», είναι η ενέργεια μιας εκ νέου παράστασης με όρους πραγματικούς, ενός φαινομένου το οποίο είτε αναγνωρίζεται ως τέτοιο είτε παραπέμπει σε κάτι το οποίο μπορεί να πραγματοποιηθεί Οι περιβαλλοντικές αναπαραστάσεις αποτελούν συνεπώς μια ειδική περίπτωση αναπαράστασης, το υπό αναπαράσταση «αντικείμενο» είναι φυσικά περιβαλλοντικά φαινόμενα ως επί μέρους φαινόμενα – στοιχεία ενός συνόλου, ενός συνολικού φυσικού χώρου, του «κόσμου». Η Ελληνική αρχαιότητα έχει θέσει τα θεμέλια για την εξερεύνηση από την ανθρώπινη διάνοια αυτού του «συνολικού φυσικού χώρου» και ταυτόχρονα έχει επεξεργαστεί σε μεγάλο βαθμό τις «ιδέες» στις οποίες στηρίχθηκαν αργότερα μελλοντικές προσπάθειες αναπαράστασης αυτού του χώρου. Η ανάπτυξη της έννοιας «κόσμος» και η αναπαράσταση των «φυσικών περιβαλλοντικών φαινομένων» από τους αρχαίους Έλληνες στοχαστές και φιλοσόφους περιπλέκεται με κάποια αντιθετικά ζευγάρια εννοιών όπως τα, «άπειρο-πεπερασμένο», «πλήρες-κενό», «θερμό-ψυχρό», «ξηρό-υγρό» και τέτοια ζεύγη εννοιών είναι μια προσέγγιση της αρχαίας Ελληνικής σκέψης σχετικά με το «συνολικό φυσικό χώρο» γενικότερα και το «γήινο ατμοσφαιρικό χώρο» ειδικότερα. Η συμβολή αυτής της εργασίας συνίσταται στην διερεύνηση της περιοχής των αναπαραστάσεων του συνολικού φυσικού χώρου οι οποίες σχετίζονται με τα φυσικά περιβαλλοντικά φαινόμενα όπου ο χώρος-φύση ως φόντο και υπόβαθρο εκφράζει την ένταξη των περιβαλλοντικών επιστημών στον τόπο – ατμοσφαιρικό περιβάλλον. Το τέταρτο κεφάλαιο διαπραγματεύεται τη διαχρονική θέαση του «κόσμου» κατά την αρχαιότητα. Περιγράφει τη θέαση κατά την προ-φιλοσοφική περίοδο όπου ο Όμηρος θέτει το πρόβλημα περί της γενέσεως του «κόσμου». Η θέαση της φυσικής φιλοσοφίας, η φυσιοκρατική αντίληψη του «κόσμου», η τοποθέτηση του προβλήματος περί της αρχής του συνολικού φυσικού χώρου, εισάγεται με τις ιδέες των Ιώνων φιλοσόφων, με την ιδέα της μιας μοναδικής «πρώτης αρχής», με την οντολογική θεώρηση του σύμπαντος. Αναδεικνύονται οι παράλληλα διαφορετικές θεάσεις του κόσμου με τους Πυθαγόρειους να θέλουν να δώσουν διαφορετική λύση στο πρόβλημα της πρώτης αρχής από αυτή των Ιώνων, θεωρώντας ως αρχή όχι μια συγκεκριμένη ουσία αλλά τις τυπικές σχέσεις αλληλεξάρτησης μεταξύ φαινομένων. Οι Ελεάτες εισάγουν τη «στατική θέαση του συνολικού φυσικού χώρου» στην προσπάθειά τους να υψωθούν από το δεδομένο κόσμο των αισθήσεων, στον καθαρό κόσμο της νοήσεως όπως αυτός αποκαλύπτεται από τη σκέψη. Ο Ηράκλειτος, με τη «δυναμική θέαση του συνολικού φυσικού χώρου», εγκαινιάζει τη διαλεκτική σκέψη εισάγοντας στη φιλοσοφία την αρχή της ενότητας των αντιθέτων. Με τον Εμπεδοκλή ξεκινά η «συνδυαστική θέαση του συνολικού φυσικού χώρου» εφόσον κατ’ αυτόν δεν είναι ένα το πρωταρχικό κοσμογονικό στοιχείο και προσπαθεί να συνδυάσει τα πορίσματα της Ιωνικής και της Ελεατικής φιλοσοφίας. Ο Αναξαγόρας είναι ο εισηγητής της «τελεολογικής θέασης του φυσικού χώρου», ως ασχολούμενος με τη «μετεωρολογία» και με την έρευνα των περιβαλλοντικών φαινομένων τόσο στη γήινη ατμόσφαιρα όσο και στην περιοχή των «ουρανών». Αναφορικά με τη θέαση του κόσμου από την αττική φιλοσοφία, βασικός κρίκος μεταξύ του αντικειμενικού κόσμου των ιδεών και της αναπαράστασης του πραγματικού συνολικού φυσικού χώρου κατά τον Πλάτωνα αποτελεί η «ψυχή» η οποία μέσω της «ανάμνησης» οδηγεί στην αισθητηριακή αναπαράσταση των όντων, τα οποία «τείνουν να εξομοιωθούν» με τις αντίστοιχες ιδέες, αναπαράσταση την οποία ο Πλάτων ονομάζει «μετοχή». Αυτή, η Πλατωνική μεθοδολογία, την οποία χρησιμοποίησε ο Αριστοτέλης, έκτοτε χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται από τις μορφολογικές και περιγραφικές επιστήμες. Στη μετα-Αριστοτελική περίοδο, διαμορφώνεται η κοσμοθεωρία των Στωικών με αποδοχή του «λόγου» του Ηρακλείτου υπό την επίδραση της ατομικής ηθικής η οποία αναζητά μια υπερβατική αρχή όχι έξω από τον κόσμο αλλά μέσα σε αυτόν, ως αρχή η οποία δίνει ζωή και συγκρατεί τον κόσμο. Αντίθετοι προς τη Στωική θεώρηση και το «εἰδέναι» των Πλάτωνα και Αριστοτέλη, οι Επικούρειοι, αποδίδουν αξία στη γνώση η οποία οδηγεί στην ατομική ευδαιμονία. Όσον αφορά στη «συνάντηση» φιλοσοφικών σχολών με χριστιανικά δόγματα, η πρόσληψη της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας από το χριστιανισμό αποτελεί ιστορικό γεγονός όπως επίσης ότι η θεολογία της αρχαίας Εκκλησίας χρησιμοποίησε εννοιολογικά την αρχαία φιλοσοφία ως σημαντικό εργαλείο για την συγκρότηση της δογματικής της με τη φιλοσοφική παράδοση να κάνει αισθητή την παρουσία της με μεγαλύτερη ευκρίνεια στους κόλπους του χριστιανισμού και το αποτέλεσμα ήταν η διαμόρφωση φιλοσοφικής θρησκείας συγγενούς με την ελληνιστική θρησκευτική φιλοσοφία. Το πέμπτο κεφάλαιο περιγράφει την εξέλιξη των ιδεών περί του αέρος. Γίνεται αναφορά στον «κοσμογονικό αέρα». Ο Αναξίμανδρος, στη θεωρία του περί της δημιουργίας του κόσμου αναφέρεται στον αέρα, ενώ ο Αναξιμένης, διατύπωσε απόψεις οι οποίες είναι επηρεασμένες από την Ησιόδεια αντίληψη περί του αρχικού αέρα. Ο Εμπεδοκλής αναφέρεται στη θεωρία των «τεσσάρων ριζωμάτων» στην έννοια του «αιθέρα» για να τον ξεχωρίσει από την προϋπάρχουσα αντίληψη της έννοιας «αήρ» ως πρώτης αρχής. Ο Πλάτων περιγράφει το πλανητικό σύστημα της σφαιρικής Γης η οποία περιβάλλεται από σφαιρικό στρώμα αέρα, γύρω του ένα στρώμα φωτιάς, καταρχήν παραδοχή κατώτερης και ανώτερης ατμόσφαιρας. Ο Αριστοτέλης, δίδαξε ότι υπάρχει η φυσική κίνηση των σωμάτων ανάλογα με τη σύνθεσή τους, έτσι π.χ. το στοιχείο γη ακολουθεί την προς τα κάτω φυσική κίνηση αντί να είναι σε ακινησία, ενώ το στοιχείο φωτιά ακολουθεί την προς τα πάνω φυσική κίνηση, με τις έννοιες προς τα πάνω και προς τα κάτω να σημαίνουν ακτινικά από ένα κέντρο το οποίο θεωρείται να είναι η Γη. Το έκτο κεφάλαιο αφορά στη μελέτη των ανέμων, όπου αρχικά γίνεται αναφορά στο «μυθικό άνεμο» και είναι γνωστός βέβαια από την Ελληνική μυθολογία ο «ταμίας των ανέμων» Αίολος, ο οποίος ζει στο ανεμοδαρμένο νησί του μαζί με τους έξη γιούς και τις έξη κόρες του που αποτελούν το σύνολο των δώδεκα ανέμων. Αυτή η αναπαραστατική προσέγγιση των ανέμων συνεχίζεται για αιώνες με αποκορύφωμα την κατασκευή του οκταγωνικού μνημείου γνωστού ως «πύργος των ανέμων». Ο Αριστοτέλης απομυθοποιεί αναπαραστατικές πρακτικές τέτοιων μετεωρολογικών φαινομένων και θεωρεί ότι ο άνεμος έχει αφετηρία, αρχή και πρωταρχή και η «αρχή» είναι αφενός απόρροια της «διττής αναθυμίασης» της γης και αφετέρου της «πρωταρχικής αναθυμίασης» της προερχόμενης από τον ήλιο και την περιστροφή του ουρανού. Το έβδομο κεφάλαιο αναφέρεται στις αστρομετεωρολογικές προσεγγίσεις των αρχαίων Ελλήνων και κατά προέκταση στα «παραπήγματα» και τα «σημεία καιρού». Η έννοια της «μετεωρολογίας» ταυτίζεται με αναζήτηση της αιτίας και της χρονικής συμπεριφοράς των «μετεώρων» και συνεπώς η αρχαία μετεωρολογία εκτός από τα φαινόμενα τα παρατηρούμενα εντός της κατώτερης γήινης ατμόσφαιρας. Ο μύθος συνδέει τα μετεωρολογικά φαινόμενα με θεϊκές δράσεις και είτε αυτά αποτελούν προσωποποιήσεις των θεών είτε είναι σταλμένα από τους θεούς στους ανθρώπους, με το Δία να αποτελεί τον κυρίαρχο των μετεωρολογικών φαινομένων καθώς περιγράφεται με διάφορα χαρακτηριστικά επίθετα. Τα αστρομετεωρολογικά «παραπήγματα» αποτελούσαν τον κατάλογο των αστρικών φάσεων και τη συσχέτισή τους με τις μετεωρολογικές προγνώσεις. Ωστόσο, η αστρονομική αυτή παράδοση της πρόγνωσης μετεωρολογικών φαινομένων μέσα και από την αστρονομική λογοτεχνία, επιβίωσε όχι μόνο στη διάρκεια της ύστερης αρχαιότητας αλλά επεκτάθηκε τόσο στην εποχή του μεσαίωνα όσο και στην πρώιμη σύγχρονη εποχή. Το όγδοο κεφάλαιο αποτελεί την εξελικτική καταγραφή των απόψεων των αρχαίων στοχαστών όσον αφορά τα «μετέωρα» με την έννοια των πάνω από το έδαφος ανυψούμενων. Η συστηματική παρατήρηση-καταγραφή των ατμοσφαιρικών φαινομένων δε γινόταν μόνο για τη σύνταξη των παραπηγμάτων αλλά και για λόγους γνώσεως του κλίματος και της επίδρασής του στην ανθρώπινη υγεία, όπως διαφαίνεται στο έργο του Ιπποκράτη «Επιδημίες», όπου αρχίζει την περιγραφή της κάθε νόσου με μια γενική περιγραφή του καιρού. Τα μετεωρολογικά φαινόμενα εξηγούνται βάσει των «αναθυμιάσεων» οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας στη «μετεωρολογική θεωρία» του Αριστοτέλη καθώς παρέχουν την υλική αιτία των μετεώρων. Ο Αναξίμανδρος εγκαινίασε ένα τρόπο εξήγησης μετεωρολογικών φαινομένων με κύρια στοιχεία του επεξηγηματικού του σχήματος τον άνεμο, την εξάτμιση από τη θάλασσα και τις συμπυκνωμένες μάζες των υδρατμών οι οποίες σχηματίζουν τα σύννεφα με τις περισσότερες μαρτυρίες να προέρχονται από τον Θεόφραστο. Ο Αναξαγόρας είναι ο στοχαστής ο οποίος ασχολήθηκε με τα συνήθη αστρονομικά και μετεωρολογικά φαινόμενα. Είναι ο πρώτος ο οποίος έδωσε σαφή εξήγηση στη σκιά της σελήνης, ερχόμενος σε σύγκρουση με φυσικούς και μετεωρολόγους της εποχής του οι οποίοι θεωρούσαν ως θεϊκές τις αιτίες των φαινομένων. Στην εξέλιξη της πρόδρομης μετεωρολογίας ως επιστήμης είναι σημαντική η συνεισφορά του Δημοκρίτου ο οποίος με την πρώτη μέτρηση της χρονικής διάρκειας μιας μέγιστης μέρας σε περιοχή της Μακεδονίας άνοιξε το δρόμο στη διατύπωση του μοντέλου αφενός της «σφαιρικής γης» και αφετέρου των «κλιματικών ζωνών». Οι γνώσεις των αρχαίων Ελλήνων και οι ιδέες τους περί των «μετεωρολογικών και υδρολογικών φαινομένων», oι oποίες εξελίχθηκαν κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους και πέρασαν στη Ρωμαϊκή διανόηση, με την αυγή του δυτικού πολιτισμού αποτέλεσαν τη βάση ανάπτυξης των επιστημών περιβάλλοντος.
Abstract:
The subject of this thesis was to study, using the concept of “representation” of the history and philosophy of science such as environmental sciences are highlighted and developed in antiquity. More specifically, using the concepts of the theory of representations, attempted to approach the affinity developed between the “findings”, first of mythical thinking and early philosophical approach to environmental problems on the other rational treatment and placement of such problems mainly classical antiquity. This approach is not limited only to the relationship and the interaction of environmental representations but also included the effect brought later to the development of environmental science as we know it today. Through the examination of the conditions which originally revealed the fabulous placement of environmental problems was sought to effect brought by the mythical thinking and classification of “total natural space" both in natural philosophy and in the post-Socratic philosophical schools . The trigger for the preparation of this thesis, delivered primarily by representational approaches in major environmental issues, both ancient Greek mythology such as cosmogony is mainly described by Hesiod and other part of natural philosophy as the pre-Socratic and post-Socratic period. Regarding the first approach, the questions was whether the mythical references, gods-demigods, giants-Titans, anthropomorphic winged beings or not, to despots- rulers of the total physical space and natural phenomena of this area could be attributed to fictions which in its literal interpretation were simply a form of education, as a creation of human consciousness, or perhaps through the mythical thought emerges the relevance of the mythical sort of "world" both known environmental issues and the possible "transfer" historical environmental memory. Regarding the second approach, the questions was through what cognitive processes became over the rational response to natural phenomena as well as through knowledge of what theories have been developed to interpret environmental phenomena. . The epistemology of ancient Greek thinkers, as lever “tracking” was used to interpret the different approaches and typical example is the "allegory of the cave" as Plato asks whether a thinker size of Plato through his description of the "cave" simply stated, in literary interpretation, the symbolism of "sensible reality" and the importance of education or perhaps through the allegory of the cave Plato leads us to the triple representation A B C in the figure: Ideas A: objects (phenomena) B: knowledge (concepts - performances) C: symbols (e.g. wind). On the basis of this initial approach was epistemology construction work, which was determined by the subject and our study consists of eight chapters. The first chapter, as an introduction, presents the general framework of the transition of a society, which accorded special respect to the environment, from the mythical thinking in a philosophical way of thinking and the quest for knowledge of the physical environmental problems as a revolutionary process rather than simply as a process of demystification, of a society which is evolving from a closed to open . The transformation is done by formulating new ideas both for itself and its surroundings, with questioning "what is nature 'or' what is the relation of nature to man". In the second chapter refers to the concepts of sensation, perception, and representation of knowledge. This reveals the presence of the term "representation" since ancient times as "Performing" and a brief reference to elements of the modern theory of representation and negotiation of representation in relation to the concepts of sensation and perception. The extensive report regarding the recording concepts such as "sensation" and "perception" regarding the opinions of the ancient philosophers considered necessary to enable the understanding of “natural philosophy” them. A key form, carried by psychologists, is that human beings construct mental models of the surrounding world, the new experiences are understood and interpreted in relation to existing mental models or patterns. Perception said a large number of actions taken within the mind and so this may have knowledge of the external world. The third chapter concerns "environmental reconstructions” and investigates the development of concepts regarding the representation generally, imprinting phenomena, but also the "representation of environmental phenomena" in particular. The concept of “representation” natural environmental phenomena can be regarded as an act and effect of the word "reenact" is the energy of a re-representation in real terms, a phenomenon which is either recognized as such either refers to something that can be accomplished environmental representations are therefore a special case of the representation, the representation in 'object' is natural environmental phenomena as individual phenomena - a data set, a total natural area, the "world". The Greek antiquity has laid the foundation for the exploration of the human mind that "the total natural area" and simultaneously has worked largely "ideas" that underpinned later future efforts representation of this area. The development of the concept of "world" and the representation of “natural environmental phenomena" from the ancient Greek thinkers and philosophers complicated with some contrasting pairs of concepts such as “infinite-finite", "full-space", "hot-cold", "dry-wet" and such pairs of concepts is an approach to ancient Greek thought on the "total physical space" in general and "Earth atmospheric space" in particular. The contribution of this paper is to explore the range of representations of the total natural area related to natural environmental phenomena where space - nature as a backdrop and background expresses the integration of environmental sciences at the place - atmospheric environment. The fourth chapter is negotiating timeless vision of the "world" in antiquity. Describes the view during the pre - philosophical period where Homer puts the problem on the genesis of the "world." The view of natural philosophy, the naturalistic conception of "world", the placement problem on the principle of total natural area, is introduced to the ideas of the Ionian philosophers, the idea of a single "first principle", the ontological view of universe. While highlighting the different sightings of the world with the Pythagoreans want to give a different solution to the problem of the first principle of this Ionians, assuming as a principle rather than a specific substance, but formal interdependencies among phenomena. The Eleatics introduce the "static view of the total natural area" in their efforts to raise themselves from the given world of the senses, the world of pure cognition as revealed by this paragraph. Heraclitus, the "dynamic view of the total natural area” Launches dialectic thought introducing philosophy the principle of unity of opposites. With Empedocles begins combinatorial view of the “total natural area” where in this is not a primary cosmogony element and tries to combine the findings of the Ionic and Eleatic philosophy. Anaxagoras is the rapporteur of the "teleological viewing the countryside", as dealing with the "meteorology" and investigating environmental phenomena both in the Earth's atmosphere and in the "heaven". Regarding viewing the world from the Attic philosophy , an essential link between the objective world of ideas and the representation of the actual total physical space, Plato is the "soul" through which the "memory" leads to sensory representation of beings, the which "tend to be treated" with their respective ideas, representation which Plato calls "share". This, the Platonic methodology, which was used by Aristotle, has since been used and is used by the morphological and descriptive sciences. In the post- Aristotelian period, formed the worldview of Stoic acceptance of "discourse" of Heraclitus under the influence of personal morality which seeks a transcendent principle not out of the world but in it, as a principle which gives life and keeps the world. Opposed to the Stoic view and "εἰδέναι" of Plato and Aristotle, the Epicureans, attribute value knowledge which leads to personal happiness. Regarding the "meeting" philosophical schools with Christian denominations, intake of ancient Greek philosophy of Christianity is a historical fact as well that the theology of the early Church used conceptually ancient philosophy as an important tool for the creation of dogmatic of the philosophical tradition to make its presence felt sharper within Christianity and the result was the development of philosophical religion associate with Hellenistic religious philosophy. The fifth chapter describes the evolution of ideas on the air. Reference to "cataclysmic air", Anaximander, the theory of the creation of the world refers to the air, while Anaximenes, expressed opinions which are influenced by the Hesiodic conception of the primary air. Empedocles refers to the theory of the "four rhizomes" the concept of "ether" to distinguish him from the earlier concept of “air” as a first principle. Plato describes the planetary system of the spherical Earth surrounded by a spherical layer of air around a mattress fire, first assuming lower and upper atmosphere. Aristotle taught that there is a natural movement of the body depending on their composition, so e.g. earth element follows the natural downward movement rather than being at a standstill, while the heat element follows the upward movement physics, the concepts upwardly and downwardly to mean radially from a center which is considered to be the earth. The sixth chapter concerns the study of the winds, which originally refers to the "mythical wind" and is of course known from Greek mythology, "treasurer of the winds", Aeolus, who lives on the windswept island along with their six sons and six daughters who constitute the whole of the twelve winds. This representational approach of winds continued for centuries, culminating in the construction of the octagonal monument known as the "Tower of Winds". Aristotle demystifies representational practices such meteorological phenomena and considers that the wind is starting, and primary authority and ' authority' are both the result of "dual fumes " of the earth , and of the "primitive fumes " derived from the sun and the rotation of sky . The seventh chapter, the star-meteorological approaches the ancient Greeks and by extension the "shacks" and "forecast points", the concept of "meteorological" identified by searching the cause and temporal behavior of ' meteor ' and so ancient meteorology than the phenomena observed in the Earth's lower atmosphere. Legend connects meteorological phenomena with divine actions and whether they are personifications of the gods are either sent by the gods to humans, with Zeus being the dominant meteorological phenomena as described by various characteristics adjectives. The star-meteorological “shacks” were the list of stellar phases and their correlation with meteorological forecasts. However, the astronomical tradition of forecasting meteorological phenomena in and of the astronomical literature, not only survived during late antiquity but expanded both in the Middle Ages and the early modern era. The eighth chapter is the evolutionary record the views of the ancient thinkers regarding the "meteors" in the sense of above ground elevating. The systematic observation - recording atmospheric phenomena was not only for the preparation of the barracks but also for reasons of knowledge of climate and its impact on human health, as reflected in the work of Hippocrates “Epidemics”, which begins the description of each disease with a general description of the weather. The meteorological phenomena are explained by "fumes" that are vital to the "meteorological theory" of Aristotle as they provide the material cause of meteors. Anaximander inaugurated a way of explaining meteorological phenomena main elements of the shape of the background wind, evaporation from the sea and the masses of condensed water vapor forming clouds with more testimonials come from Theophrastus. Anaxagoras is the thinker who dealt with the usual astronomical and meteorological phenomena. He is the first who gave a clear explanation in the shadow of the moon, coming into conflict with natural and meteorologists of his time who considered as divine the causes of phenomena. In the evolution of the precursor as science is meteorology important contribution of Democritus who first measured the maximum duration of a day in the region of Macedonia opened the way for the formulation of the model both the “global world”, and those “climatic zones”. The knowledge of the ancient Greeks and their ideas on meteorological and hydrological phenomena, The Anybody evolved during the Hellenistic period and passed the Roman intelligentsia, with the dawn of Western civilization formed the basis for developing the environmental sciences.
Περιγραφή:
Διατριβή (διδακτορική) - Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Ψυχολογίας, 2013