Library SitePandemos Repository
Pandemos Record
 

Προβολή στοιχείων εγγραφής

Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης  

Μεταπτυχιακές εργασίες  

 
Τίτλος:Ανταγωνιστικές στρατηγικές και αιτίες ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα κατά την περίοδο οικονομικής κρίσης: μελέτες περίπτωσης
Τίτλος:Competitive strategies and causes of competitive advantage of small and medium enterprises in Greece during the period of economic crisis: case studies
Κύρια Υπευθυνότητα:Κοντούρη, Ευαγγελία Ι.
Επιβλέπων:Κεραμίδου, Ιωάννα
Θέματα:
Keywords:Ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, ανταγωνιστικές στρατηγικές, στρατηγικές ομάδες, ανταγωνιστικότητα, βιομηχανία τροφίμων, οικονομική κρίση, Ελλάδα
Competitive advantage, competitive strategies, strategic groups, competitiveness, food industry, economic crisis, Greece
Ημερομηνία Έκδοσης:2017
Εκδότης:Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:Η τρέχουσα οικονομική κρίση βρίσκεται στο επίκεντρο της συζήτησης μεταξύ των ακαδημαϊκών και των υπεύθυνων πολιτικής. Η παραγωγική ανασυγκρότηση της ελληνικής βιομηχανίας και οι επιτυχημένες στρατηγικές ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Με βάσει αυτές τις ανησυχίες, η παρούσα εργασία επιχειρεί να ρίξει φως για πρώτη φορά στις αιτίες ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος ορισμένων επιχειρήσεων σε ένα κλάδο παραγωγής τροφίμων στην Ελλάδα σε ένα περιβάλλον οξύτατης ύφεσης. Κατά αυτό τον τρόπο επιζητά να προσφέρει νέα γνώση όσον αφορά τις ανταγωνιστικές στρατηγικές που δίνουν έμφαση στην ποιότητα, στην ευελιξία, στην καινοτομία, στη διαφοροποίηση των προϊόντων, και στο ανταγωνιστικό κόστος με σκοπό να διερευνήσει εάν οι στρατηγικές αυτές επιλογές των επιχειρήσεων οδηγούν σε υψηλότερες αποδόσεις σε όρους κέρδους ή μεριδίου αγοράς. Η διαφορά στις αποδόσεις των επιχειρήσεων έχει απασχολήσει επί μακρόν τους οικονομολόγους. Στη σύγχρονη περίοδο, οι παράγοντες που εξηγούν γιατί ορισμένοι κλάδοι ή επιχειρήσεις έχουν υψηλότερα ποσοστά κέρδους, ή μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης των πωλήσεων τους συνιστά ένα από τα γνωστικά αντικείμενα της βιομηχανικής οικονομικής (Ceccagnoli, 2009; Zott and Amit, 2008). Οι σύγχρονες θεωρίες της επιχείρησης συνδέουν την υψηλότερη απόδοση των επιχειρήσεων με την ύπαρξη ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Σύμφωνα με αυτή την ανάλυση, ορισμένες επιχειρήσεις γνωρίζουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και ευνοϊκότερες συνθήκες κερδοφορίας, επειδή για κάποιους λόγους έχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων επιχειρήσεων (Powell 2001; Sigalas and Pekka Economou 2013). Οι πηγές ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος μιας επιχείρησης έναντι των ανταγωνιστών της σε μια αγορά έχουν συζητηθεί εκτεταμένα στους πολιτικούς και ακαδημαϊκούς κύκλους (Olugosa, Mokwa, and Noble 1995). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η προσέγγιση των βιώσιμων παραγωγικών μοντέλων (Boyer and Freysenand, 2000; Φωτεινοπούλου και Κεραμίδου, 2006 and Keramidou, 2006) η οποία συναρτά την απόδοση μιας επιχείρησης από τις στρατηγικές τους επιλογές, τα μέσα που χρησιμοποιούν για την υλοποίηση τους, αλλά και από το γενικότερο μακροοικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον το οποίο προδιαγράφει τα περιθώρια βιωσιμότητας μιας ανταγωνιστικής στρατηγικής (Φωτεινοπούλου και Κεραμίδου, 2006 and Keramidou, 2006). Πρόκειται για μια θεσμική μικροοικονομική ανάλυση, η οποία επιχειρεί να συνδέσει τα οικονομικά αποτελέσματα μιας επιχείρησης, πρώτον, με τις ειδικές κοινωνικές σχέσεις, που διέπουν την επιχειρηματική λειτουργία, δηλαδή με τη σχέση κεφαλαίου εργασίας, τις σχέσεις της επιχείρησης με τους ανταγωνιστές, τους προμηθευτές, τις τράπεζες, και το κράτος, και δεύτερον με τις ειδικές συνθήκες της αγοράς και της εργασίας, δηλαδή με το ευρύτερο ανταγωνιστικό, μακροοικονομικό κα κοινωνικό περιβάλλον, το οποίο θεωρείται ότι προδιαγράφει τα περιθώρια επιτυχίας και βιωσιμότητας μιας ανταγωνιστικής στρατηγικής. Μελέτες περίπτωσης υιοθετώντας την προσέγγιση σε όρους βιώσιμων παραγωγικών μοντέλων έχουν γίνει σε αρκετές χώρες και κλάδους, ωστόσο αντίστοιχες έρευνες στο ελλαδικό χώρο είναι εξαιρετικά περιορισμένες (Φωτεινοπούλου και Κεραμίδου, 2006 and Keramidou, 2006). Συγχρόνως δε οι συνθήκες βιωσιμότητας των παραγωγικών μοντέλων και διατήρησης ενός ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος σε ένα έντονα υφεσιακό περιβάλλον δεν έχει πλήρως διερευνηθεί. Η διπλωματική εργασία επιχειρεί να συμβάλλει σε αυτή τη βιβλιογραφία, προσδιορίζοντας τις ανταγωνιστικές στρατηγικές που οδηγούν σε υψηλότερες αποδόσεις σε ένα βιομηχανικό κλάδο στην Ελλάδα, η οποία κατά τα τελευταία οκτώ χρόνια βιώνει μια σοβαρή ύφεση. Στόχος της έρευνας είναι ο προσδιορισμός των ανταγωνιστικών στρατηγικών και των πλεονεκτημάτων των ελληνικών επιχειρήσεων παραγωγής αλλαντικών και κρεατοσκευασμάτων, οι οποίες, κατά την περίοδο τρέχουσας οικονομικής κρίσης, επιδεικνύουν καλύτερες επιδόσεις συγκριτικά με τις άλλες επιχειρήσεις του κλάδου. Το βασικό ερώτημα που επιζητείται να απαντηθεί στο πλαίσιο αυτής της εργασίας είναι το κατά πόσο σε περιόδους μεγάλης οικονομικής ύφεσης, όπως η σημερινή, ορισμένες επιχειρήσεις - και ιδιαίτερα οι μικρού και μεσαίου μεγέθους-καταφέρνουν να διατηρήσουν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα και ποίες ανταγωνιστικές στρατηγικές συνδέονται με τις ανώτερες αυτές επιχειρηματικές επιδόσεις. Η σχέση μεταξύ των ανταγωνιστικών στρατηγικών και της απόδοσης των επιχειρήσεων στην ελληνική βιομηχανία αλλαντικών και κρεατοσκευασμάτων ελέγχθηκε μέσω μιας Μερικών Ελάχιστων Τετραγώνων (PLS) μοντελοποίησης μέσω δομικών εξισώσεων (SEM). Η μέθοδος αυτή επιτρέπει τον έλεγχο σύνθετων θεωρητικών ζητημάτων και παρέχει έγκυρες εκτιμήσεις των σχέσεων μεταξύ των μεταβλητών ενδιαφέροντος ακόμα και όταν δεν πληρούνται οι αυστηρές παραδοχές για το μεγάλο μέγεθος του δείγματος, την κατανομή των δεδομένων, και την ανεξαρτησία μεταξύ των υπό εξέταση μεταβλητών. Για τη συλλογή των εμπειρικών δεδομένων καταρτίστηκε ειδικό ερωτηματολόγιο, το οποίο εστάλη στις περισσότερες από τις 222 επιχειρήσεις αλλαντικών και κρεατοσκευασμάτων, οι οποίες σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat λειτουργούσαν στην Ελλάδα το 2014. Στην έρευνα συμμετείχαν 32 επιχειρήσεις, μικρού μεσαίου και μεγάλου μεγέθους από όλη την ελληνική επικράτεια, οι οποίες αντιστοιχούν στο 14,4% του συνολικού πληθυσμού της έρευνας. Τα πρωτογενή αυτά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν για την δημιουργία ενός δομικού μοντέλου, στο οποίο περιελήφθησαν ως λανθάνουσες μεταβλητές, οι πιθανές πηγές ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, δηλαδή το μέγεθος της επιχείρησης, η διαφοροποίηση των προϊόντων, η ποιότητα, η ευελιξία, και η καινοτομία, καθώς επίσης και η απόδοση των επιχειρήσεων σε όρους ποσοστού κέρδους και πωλήσεων. Τα εμπειρικά αυτά ευρήματα έχουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς μας δίνουν πληροφορίες για τις επιτυχημένες εταιρίες σε ένα κλάδο σε ένα περιβάλλον οικονομικής ύφεσης, δημοσιονομικής κρίσης, και κρίσης χρέους. Η διπλωματική ολοκληρώνεται σε τέσσερα κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο επικεντρώνεται στην παρουσίαση των δομικών χαρακτηριστικών του κλάδου παραγωγής προϊόντων από κρέας. Στο δεύτερο κεφάλαιο εξηγείται το θεωρητικό πλαίσιο και οι υποθέσεις έρευνας. Το τρίτο κεφάλαιο περιγράφει τη μεθοδολογία και τις τεχνικές ανάλυσης των αποτελεσμάτων της έρευνας πεδίου. Το τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζει τα εμπειρικά ευρήματα και συνοψίζονται τα συμπεράσματα.
Abstract:The current economic crisis is at the heart of the debate between academics and politicians. The productive rebuilding of Greek industry and successful strategies for enhancing competitiveness are at the center of interest. Based on these concerns, this paper attempts to shed light for the first time on the competitive advantage of some businesses in a food industry in Greece in an environment of acute recession. In this way, it seeks to provide new insights into competitive strategies that emphasize quality, flexibility, innovation, product diversification, and competitive costs to explore whether these strategic business choices lead to higher returns in profit or market share. In the current period, factors that explain why some industries or firms have higher profit rates, or higher rates of sales growth are the most important in the fields of industrial economics (Ceccagnoli, 2009; Zott and Amit, 2008). Modern business theories link the highest performance of businesses to a competitive advantage. According to this analysis, some companies are aware of high growth rates and more favorable profitability, because for some reasons they have a competitive advantage over other companies (Powell 2001; Sigalas and Pekka Economou 2013). The sources of competitive advantage of a business over its competitors in a market have been extensively discussed in political and academic circles (Olugosa, Mokwa, and Noble 1995). The approach of sustainable production models (Boyer and Freysenand, 2000; Foteinopoulou and Keramidou, 2006 and Keramidou, 2006), is linked to the performance of a company from its strategic choices, the means used to implement them, and to the general macroeconomic and social environment that specifies the margins of sustainability of a competitive strategy (Foteinopoulou and Keramidou, 2006 and Keramidou, 2006). It is an institutional microeconomic analysis that attempts to link an enterprise's financial results to the specific social relationships that govern business operations, i.e. the relationship between working capital, business relationships with competitors, suppliers, banks and the state, and secondly to the specific market and working conditions, i.e. the wider competitive, macroeconomic and social environment. Case studies adopting the approach in terms of viable production models have been done in several countries and sectors, however similar research in Greece is extremely limited (Foteinopoulou and Keramidou, 2006 and Keramidou, 2006). At the same time, the conditions of viability of production models and the maintenance of a competitive advantage in a highly reluctant environment have not been fully explored. This case study attempts to contribute to bibliography, identifying the competitive strategies that lead to higher returns in an industrial sector in Greece, which has experienced a severe recession over the last eight years. The aim of the research is to determine the competitive strategies and the advantages of the Greek meat and meat production companies, which during the current economic crisis show better performances than other companies in the sector. The key question to be answered in the context of this work is whether in times of a major economic downturn, such as today, a number of firms - especially small and medium-sized ones - manage to maintain their competitive edge and which competitive strategies are linked to these superior business performance. The relationship between competitive strategies and business performance in the Greek sausage and meat industry was tested through a SEM (Model Minimum Squares) modeling. This method allows the control of complex theoretical issues and provides valid assessments of relationships between variables of interest even when strict assumptions about large sample size, data distribution, and independence between the variables under consideration are not followed. For the collection of the empirical data a special questionnaire was prepared, which was sent to most of the 222 meat and meat products industry, which, according to Eurostat, were operating in Greece in 2014. The survey involved 32 small, medium and large enterprises to Greek market, which represent 14.4% of the total population. These primary data were used to construct a structural model, which included as latent variables, the possible sources of competitive advantage, like the size of the enterprise, product diversification, quality, flexibility, and innovation, as well as the Business performance in terms of profit and sales. These empirical findings are of particular interest as they give us information about successful companies in a sector in an environment of economic recession, fiscal crisis, and debt crisis. The study is completed in four chapters. The first chapter focuses on the presentation of the structural characteristics of the meat products industry. The second chapter explains the theoretical framework and research assumptions. The third chapter describes the methodology and techniques for analyzing field research results. The fourth chapter presents the empirical findings and summarizes the conclusions.
Περιγραφή:Διπλωματική εργασία - Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης, ΠΜΣ, κατεύθυνση Εφηρμοσμένων Οικονομικών και Διοίκησης, 2017
Περιγραφή:Βιβλιογραφία: σ. 97-98
 
 
Αρχεία σε Αυτό το Τεκμήριο:
Αρχείο Τύπος
8PMS_EFH_OIK_PER_ANA_KontouriEu.pdf application/pdf
 
FedoraCommons OAI Βιβλιοθήκη - Υπηρεσία Πληροφόρησης, Πάντειον Πανεπιστήμιο