Library SitePandemos Repository
Pandemos Record
 

Προβολή στοιχείων εγγραφής

Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης  

Μεταπτυχιακές εργασίες  

 
Τίτλος:Η προσχώρηση της ΕΕ στην ΕΣΔΑ:τελευταίες εξελίξεις
Τίτλος:Accession of EE to ECHR¨: latest developments
Κύρια Υπευθυνότητα:Χαλκιά, Ελένη Δ.
Επιβλέπων:Παπαγιάννης, Δονάτος Ι.
Θέματα:
Keywords:Γνωμοδότηση 2/13, Δικαστήριο Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, θεμελιώδη δικαιώματα, προσχώρηση, Συμβούλιο της Ευρώπης, Συνθήκη της Λισαβόνας, Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων
Accession, Charter of Fundamental Rights, Council of Europe, Court of Justice of the European Union, European Convention on Human Rights, European Court of Human Rights, Fundamental rights, Lisbon Treaty, Opinion 2/13
Ημερομηνία Έκδοσης:2016
Εκδότης:Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:Η εξέλιξη του ευρωπαϊκού ενωσιακού δικαίου διέψευσε την αντίληψη ότι η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων ουδέποτε αποτέλεσε σκοπό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι, ο αρχικά αγοραίος προσανατολισμός και ο λειτουργικά περιορισμένος χαρακτήρας των τριών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σε συνδυασμό με το γεγονός της ίδρυσης του Συμβουλίου της Ευρώπης και της υπογραφής της ΕΣΔΑ, καθιστούσαν περιττή κάθε αναφορά στην προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου στα ιδρυτικά τους κείμενα. Το κενό άρχισε να καλύπτεται από το Δικαστήριο, το οποίο με μια σειρά αποφάσεών του, που έχουν την αφετηρία τους στο έτος 1969, αναγνώρισε την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων ως γενική αρχή του ενωσιακού δικαίου και διέγραψε έκτοτε μία άκρως ενδιαφέρουσα νομολογιακή πορεία, εμπνεόμενο από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών και τις διεθνείς συμφωνίες που αυτά έχουν συνάψει, με προεξάρχουσα την ΕΣΔΑ. Παράλληλα με τη σταδιακή επέκταση των αρμοδιοτήτων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εξελίχθηκαν και οι κανόνες του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου γύρω από το ζήτημα της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Οι διατάξεις των Συνθηκών κωδικοποίησαν την προοδευτική νομολογία του Δικαστηρίου και αναβάθμισαν το επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Μετά τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας, μπορεί να γίνει λόγος για τη λειτουργία ενός ολοκληρωμένου και αποτελεσματικού συστήματος προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε ενωσιακό επίπεδο, που συντίθεται από τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου, το νομικά δεσμευτικό Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και έναν πλήρη δικαιοδοτικό ελεγκτικό και ερμηνευτικό μηχανισμό που απαρτίζεται από το Δικαστήριο και τα εθνικά δικαστήρια των κρατών μελών τα οποία συντονίζονται μεταξύ τους διαμέσου του μηχανισμού της προδικαστικής παραπομπής. Το σύστημα αυτό συνυπάρχει στον ευρωπαϊκό χώρο με την έννομη τάξη που εγκαθιδρύουν, στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, η ΕΣΔΑ και ο δικαιοδοτικός της μηχανισμός. Τα δικαστήρια των δύο αυτόνομων εννόμων τάξεων έχουν επιλέξει να «συνδιαλέγονται», να σέβονται το καθένα το δικαιοδοτικό έργο του άλλου και να λαμβάνουν υπόψη τον ιδιαίτερο χαρακτήρα και την αυτονομία της έννομης τάξης που το καθένα υπηρετεί. Ο νομολογιακός διάλογος των δύο δικαστηρίων, όπως έχει αναπτυχθεί μέχρι σήμερα, φαίνεται να έχει οδηγήσει σε μια σημαντικού βαθμού εναρμόνιση της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Τι γίνεται όμως με την ενότητα της προστασίας τους που αποτελεί μία από τις μείζονες προκλήσεις για την περαιτέρω προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης; Η ερμηνεία δύο διαφορετικών νομικών κειμένων από δύο διαφορετικά όργανα αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο των νομολογιακών αποκλίσεων, οι οποίες επιφέρουν ανασφάλεια δικαίου διότι δημιουργούν ένα διφορούμενο καθεστώς προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων που αποτελεί τροχοπέδη για τη διαμόρφωση ενός υψηλού και ομοιόμορφου επιπέδου προστασίας τους στην Ευρώπη. Η λύση στο πρόβλημα αναζητήθηκε στην προσχώρηση της Ένωσης στην ΕΣΔΑ. Η πρώτη απόπειρα έλαβε χώρα το 1996 αλλά δεν τελεσφόρησε λόγω έλλειψης αρμοδιότητας των τότε Κοινοτήτων. Με τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισαβόνας και αντίστοιχα του πρωτοκόλλου αριθμ. 14 της ΕΣΔΑ, άρθηκαν τα νομικά εμπόδια και ρυθμίστηκε αμοιβαία από τις δύο έννομες τάξεις η δυνατότητα – υποχρέωση προσχώρησης της Ένωσης στην ΕΣΔΑ. Η Επιτροπή υπέβαλε το 2013 στο Δικαστήριο αίτηση για την έκδοση γνωμοδότησης για τη συμβατότητα με τις Συνθήκες, σχεδίου συμφωνίας προσχώρησης της Ένωσης στην ΕΣΔΑ. Παρά τη θετική γνώμη της Επιτροπής, του Συμβουλίου και των κρατών μελών, το Δικαστήριο εξέδωσε τη Γνωμοδότηση 2/13 της 18ης Δεκεμβρίου 2014, δια της οποίας αποφάνθηκε κατά της προσχώρησης, με το επιχείρημα ότι στο σχέδιο συμφωνίας δεν υφίστανται οι απαραίτητες για τη διασφάλιση της αυτονομίας της ενωσιακής έννομης τάξης, δικλείδες ασφαλείας και ότι επομένως το ισχύον νομικό καθεστώς για μια τέτοιας έκτασης και συνταγματικής εμβέλειας μεταβολή, δεν είναι κατάλληλο. Τα εμπόδια που εντόπισε το Δικαστήριο, υποστηρίζεται ότι είναι δυνατό, με κατάλληλες τεχνικές προβλέψεις, να ξεπεραστούν. Η ιστορία θα κρίνει αν η στάση του Δικαστηρίου υπαγορεύτηκε από την προστασία της αυτονομίας της ενωσιακής έννομης τάξης, της οποίας το Δικαστήριο βλέπει τον εαυτό του ως προστάτη ή από την αγωνία του να μη χάσει την πρωτοκαθεδρία του στον τομέα της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Abstract:The evolution of European Union’s (EU) Law has proved the perception that fundamental human rights protection was never amongst its objectives unequivocally wrong. Indeed, the initial orientation towards the creation and establishment of the Common Market, along with the functionally restricted identity of the three Communities, combined with the foundation of the Council of Europe (CoE) and the establishment of the European Convention on Human Rights (ECHR - formally the European Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms), practically made any reference to the protection of human rights in the Founding Treaties redundant. The Court of Justice of the European Union (CoJ) bridged the gap, by issuing a series of Judgments dating back to 1969, through which it essentially recognized the protection of human rights as a fundamental principle of EU’s Law, and, also, by setting – since then – an utterly interesting jurisprudential course, inspired by the common constitutional traditions of its member states, as well as the international treaties/conventions they have signed, with the ECHR being the most prominent amongst them. The primary EU Law on human rights protection evolved in parallel with the gradual expansion of the European Communities’ competences, whereas the CoJ’s progressive jurisprudence was codified in the Founding Treaties, thus upgrading the level of human rights protection. In the post Lisbon Treaty era, one can refer to a complete and effective system for the protection of human rights in the EU level, which is synthesized by the fundamental principles of EU Law, the legally binding Charter of Fundamental Rights and an integrated monitoring and interpretative judicial mechanism, i.e. the CoJ and the member states’ national courts and tribunals; these components coordinate among themselves through the mechanism of references for preliminary rulings by the CoJ. The aforementioned system coexists with the CoE’s legal order, as it has been established by the ECHR and its judicial mechanism. These two distinctive and autonomous judicial systems have chosen to “converse”, to respect each other’s jurisprudence, as well as to take into account the specific nature and the autonomy of the legal orders they serve. The jurisprudential dialogue of the two Courts, as it has unfolded up to the present, seems to have produced a high level of alignment in the field of human rights protection. The unity of said protection, though, which constitutes one of the major challenges regarding the further promotion of European integration, still remains an unanswered question. The interpretation of two different legal documents by two different judicial systems leaves the possibilityfor jurisprudential deviations open, which, in turn, may cause legal insecurity, on account that it can create an ambiguous regime of human rights protection, and ultimately and essentially impedes the establishment of a homogeneous level of human rights protection in Europe as a whole. The solution to the problem was sought out in the EU’s accession to the ECHR. The first attempt was made in 1996, although to no avail, due to the – then – Communities’ restricted competences. The legal hindrances were lifted when the Lisbon Treaty was put into force, along with the ECHR’s 14th Protocol, and consequently when the two distinctive legal orders mutually regulated the EU’s ability/obligation to accede to the ECHR. In 2013, the European Commission petitioned the CoJ to render an Opinion on the compatibility of a draft agreement for the Union’s accession to the ECHR to the Founding Treaties. Despite the Commission’s, the Council of the Union’s and the member states’ positive opinion, the Court issued the Opinion 2/13 of 18th-12-2014, in which it ruled against the accession, by arguing that the aforementioned draft agreement does not include the legal safeguards, which are deemed necessary to ensure the autonomy of the Union’s legal order, and that the existing legal regime is, therefore, inappropriate for a transition of such magnitude and constitutional range. It has been supported, however, that it is entirely possible that the legal shortcomings, as were pointed out by the CoJ, can be surpassed through the proper technical provisions. Whether the Court’s stance on the matter was dictated by its self-perception as the protector of the autonomy of the EU’s legal order, or by its agony not to lose its prominence in the field of human rights protection, can and will only be judged by history itself.
Περιγραφή:Διπλωματική εργασία - Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης, ΠΜΣ, κατεύθυνση Εθνική και Ενωσιακή Διοίκηση, 2016
Περιγραφή:Βιβλιογραφία: σ. 94-101
 
 
Αρχεία σε Αυτό το Τεκμήριο:
Αρχείο Τύπος
7PMS_DHM_DIO_HalkiaEl.pdf application/pdf
 
FedoraCommons OAI Βιβλιοθήκη - Υπηρεσία Πληροφόρησης, Πάντειον Πανεπιστήμιο