Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών
Περίληψη:
Διαχρονικά, η διαχείριση του φαινομένου της μετανάστευσης από τα κράτη που αποτελούν ενδιάμεσο ή τελικό προορισμό των ανθρώπων που μετακινούνται, έχει απομακρυνθεί από την αξία της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και με την επικράτηση νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων έχει μετουσιωθεί σε ανάγκη για προστασία και ασφαλειοποίηση. Η ερμηνεία των κρατών ότι η μετανάστευση αποτελεί πρόβλημα ή κρίση, η οποία χρήζει άμεσης επίλυσης, έχει οδηγήσει στη χάραξη αποτρεπτικών και εξαντλητικών για τα άτομα πολιτικών, τόσο κατά την προσπάθεια άφιξης στις χώρες υποδοχής όσο και μετά την εγκατάστασή τους. Στην παρούσα εργασία αναλύονται τα βασικά σημεία της μεταναστευτικής πολιτικής που εφαρμόζονται από το ελληνικό κράτος, σε συνδυασμό με τα μέτρα που ορίζονται από την ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική. Οι πολιτικές αυτές αφορούν τους τομείς της ασφαλειοποίησης των συνόρων, και τις διαδικασίες υποδοχής και ένταξης των ατόμων. Παράλληλα, επιχειρείται η ανάδειξη του αντίκτυπου που έχουν οι εν λόγω πολιτικές στους/στις πρόσφυγες/μετανάστες/ριες, αλλά και στους/στις επαγγελματίες που καλούνται να ανταποκριθούν στις ανάγκες των ατόμων, όπως είναι οι κοινωνικοί/ές λειτουργοί. Λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο καταπίεσης που διαμορφώνεται μέσα από την εφαρμογή αντιμεταναστευτικών πολιτικών, αντίστοιχη καταπίεση μπορεί να βιώνουν και οι κοινωνικοί/ές λειτουργοί, οι οποίοι/ες, βέβαια, ενδέχεται να συμβάλλουν στη διατήρηση και αναπαραγωγή της. Έτσι, στα πλαίσια της εργασίας διεξήχθη ποιοτική έρευνα με σκοπό την εις βάθος κατανόηση των απόψεων και των εμπειριών των κοινωνικών λειτουργών που εργάζονται στο πεδίο του προσφυγικού στην Ελλάδα, αναφορικά με τη μεταναστευτική πολιτική, αλλά και τον ρόλο τους. Πραγματοποιήθηκαν οκτώ (8) συνεντεύξεις με κοινωνικούς/ές λειτουργούς οι οποίοι/ες εργάζονται σε Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) που δραστηριοποιούνται στο εν λόγω πεδίο, και όπως διαφάνηκε από τα δεδομένα της έρευνας, οι συνεντευξιαζόμενοι/ες εκφράζουν αρνητική γνώμη για τις πολιτικές μετανάστευσης που εφαρμόζονται, οι οποίες εκτός από το ότι φέρουν αρνητικές συνέπειες για τα εξυπηρετούμενα άτομα, επηρεάζουν σημαντικά τον τρόπο εργασίας των κοινωνικών λειτουργών. Ο τερματισμός προγραμμάτων ένταξης, το κλείσιμο οργανώσεων, η μείωση στις χρηματοδοτήσεις για το προσφυγικό, έχουν ως αποτέλεσμα την περιορισμένη δυνατότητα ανταπόκρισης των κοινωνικών λειτουργών στις ανάγκες των ατόμων. Ωστόσο, οι συμμετέχοντες/ουσες της έρευνας δεν αναγνωρίζουν ή δεν βιώνουν τον ρόλο τους ως καταπιεστικό, αφού περιγράφουν ότι κάνουν το καλύτερο που μπορούν για τα άτομα που εξυπηρετούν. Μάλιστα, προβαίνουν σε δράσεις συνηγορίας και διεκδίκησης των δικαιωμάτων των εξυπηρετούμενων, οι οποίες όμως δεν λαμβάνονται υπόψη από τους θεσμούς χάραξης πολιτικών. Μέσα από την παρούσα εργασία προτείνεται η χρησιμότητα της αντικαταπιεστικής προσέγγισης στην κοινωνική εργασία, η οποία προϋποθέτει την κριτική συνειδητοποίηση των κοινωνικών λειτουργών σχετικά με τον ρόλο τους, και προωθεί την ανάληψη δράσεων με σκοπό την κοινωνική αλλαγή και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Abstract:
Over the years, states that have been considered as transit or final destination for people on the move, have moved away from the value of protecting human rights and, due to the prevalence of neoliberal concepts, they have been implementing migration policies based on the assumption that migration management is a matter of protection and security. States' interpretation of migration as a problem or crisis that needs immediate resolution, has led to the formulation of policies that are deterrent and exhausting for individuals, both when they attempt to arrive in host countries and after their settlement. In this thesis, the author analyzes the main aspects of the migration policy implemented by the Greek state, in combination with the measures defined by the European migration policy. These policies focus on the areas of border security, and the procedures for reception and integration of persons. At the same time, an attempt is made to highlight the impact of these policies on refugees/migrants, but also on professionals who are called upon to respond to the needs of individuals, such as social workers. Considering the context of oppression that is formed through these anti-immigration policies, social workers may also experience similar oppression, but at the same time may contribute to its maintenance and reproduction. Thus, qualitative research was conducted to gain an in-depth understanding of the views and experiences of social workers working in the refugee field in Greece, regarding the migration policies and their role. Eight (8) interviews were held with social workers who work in Non-Governmental Organizations (NGOs) that are active in this field, and the results of the research have shown that, the interviewees expressed negative opinions about the migration policies that are implemented, which apart from having negative consequences for the services users, significantly affect the way social workers carry out their work. The termination of integration programmes, the closure of organizations, the reduction in funding for the refugee issue, have resulted in a limited ability of social workers to respond to the needs of individuals. However, the participants do not identify or experience their role as oppressive, as they describe doing “the best they can” for the people they work with. Indeed, they advocate and assert the rights of the beneficiaries, even though these actions are not considered by the policymakers. Therefore, the author proposes the adoption of an anti-oppressive approach to social work, which requires social workers to raise their critical consciousness, and promotes actions aimed at social change and social justice.
Περιγραφή:
Διπλωματική εργασία - Πάντειο Πανεπιστήμιο. Δι-ιδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών "Κοινωνικά Δικαιώματα και Συνηγορία στις Κοινωνικές Υπηρεσίες"Κοινωνικά Δικαιώματα και Συνηγορία στις Κοινωνικές Υπηρεσίες", 2024